Αρθρο του Δημήτρη Καρύδη
Είναι εύκολο να ξεχωρίσεις τον απαίδευτο από τον πεπαιδευμένο.
Και αυτό το νησί ακολούθησε, σε αυτό το θέμα, ακριβώς την αντίθετη πορεία από αυτό που έχει ως ιστορία του. Και για το λόγο αυτό γέμισε αμύντορες της παράδοσης. Ο καλύτερος τρόπος να επιζήσει ο απαίδευτος, ο πνευματικά αντιπαραγωγικός είναι................
να μιλά για ιστορία και παράδοση.
Είναι επίσης εύκολο να διακρίνεις τον άρχοντα αλλά και την αρχοντιά. Πολλοί, αποκαλούμενοι και άρχοντες, δεν διακρίνονται για την αρχοντιά τους. Η αρχοντιά είναι έννοοια βαθιά συνδεδεμένη με τη μεγαλοκαρδία, την αυτογνωσία, τον αυτοπεριορισμό, την προσωπική ευταξία, την καθαρότητα στις δοσοληψίες, την τοποθέτηση στην κορυφή της πυραμίδας των αξιών αρετών όπως η εντιμότητα, η ειλικρίνεια, η συνέπεια, το πραγματικό ενδιαφέρον για τον άλλο. Η ανυπόκριτη καθημερινή προσπάθεια προσφοράς, ο πηγαίος έρως για τους πολίτες, την πόλη, τα πρόσωπα και τα πράγματα.
Σε αυτό το νησί, είναι επίσης ορατό δια γυμνού οφθαλμού το γεγονός ότι ο χρόνος δεν έχει σχέση με τα ρολόγια και τα ημερολόγια. Κανείς δεν επείγεται για τίποτα. Μία ματιά στις «υποδομές» και τη χρονική τους πορεία είναι αρκετή.
Επίσης, η λογική το λέει, σε περιόδους κρίσης κάθε τόπος επιστρατεύει τους «άριστους». Εχει δηλαδή ο λαός το σθένος να ξεπερνά τον εαυτό του, να προσπερνά την «επικαιρότητα» και να προβάλλει τα καλύτερα στοιχεία του ώστε να δυνηθεί ο τόπος του, να βγει νικητής. Στην Ελλάδα ο τόπος, έχει σχέση με το λαό, και λιγότερο με το χώρο, το γεωγραφικό. Η ανάγκη να σήμερα να μιλούμε διαρκώς για εκπόνηση «χωρικών» μελετών και «χωροταξικών» ομοίως, αποτελεί μία αιτία της σημερνής χωροτακτοποίησης της ελληνικής πόλης. αλλά και μία απόδειξη ότι η έννοια του «χώρου» μας οδήγησε σε μεγάλα ψεύδη όσα και τα αυθαίρετα 40 χρόνων.
Η Κέρκυρα σήμερα στερείται σθένους και δυνάμεως. Δεν μπορεί να αναδείξει μία θετική πτυχή της. Δεν μπορεί να δημιουργήσει. Είναι καταδικασμένη να μιλά για τα αδιέξοδά της και να διαπραγματεύεται την «εκλογή» των διαχειριστών τους. Είναι καταδικασμενη να κοιτάζει τον ομφαλό της και να κορδακίζεται ότι είναι ο ομφαλός της γης. Πνιγμένη στα χρέη, στα πνευματικά και ιστορικά ελλείμματά της, στη χωρική της ανεπάρκεια, μιλά με δέος για το «μήκος του οδικού της δικτύου», για τις «πύλες» εισόδου στο νησί του Πάσχα. Πομπωδώς περιδεείς ψευτοπραγματιστές περιέρχονται τα καντούνια που θα τα ήθελαν καντόνια για να βολέψουν τις δημαρχειακές τους και άλλες πολιτικές τους βλέψεις, αναλύοντας το «μεγαλείο» της έρημης τούτης νήσου.
Κακορίζικοι κάτοικοι που απώλεσαν το αγροτικό τους εισόδημα, τρεφόμενοι από τις ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις, στρέφονται προς τον τουρισμό της πολιτικής και διαπραγματεύονται για ένα ρουσφετάκι, για μία «δουλίτσα», την ψήφο τους.
Αυτοδίδακτοι τουριστικοί παράγοντες διευθύνουν επί έτη την κατρακύλα «των τουριστικών μας πραγμάτων».
Τα μορφωμένα μας παιδιά φεύγουν από το νησί, αφού δεν τα θέλει στα χώματα και τις θάλασσες του. Πιο τολμηρά μιλώντας θα έλεγα ότι τα διώχνει όσο γίνεται πιο μακριά για να βολεύεται η μακαριότητα της ακαταπόνητητης ηλιθιότητας και του ανίκητου πάθους για περισσότερα όβολα από τα «έργα».
Την ίδια ώρα που η ελληνική οικονομία δέχεται κερδοσκοπικές επιθέσεις, και λογικά θα έπρεπε όλο το έθνος να συμπορευτεί σα να πηγαίνει στη μητέρα όλων των μαχών, η νήσος ταύτη, η νήσος των χαμένων ευκαιριών, προσπαθεί να προφητεύσει πόσα «κεφάλια» θα έρθουν φέτος από λιμάνι, αεροδρόμιο, Εγνατία και Κρουαζιερόπλοια. Για να προ-λογαριάσει το επόμενο ετήσιο εισόδημα της πενίας της χωρίς βεβαίως να θέλει να κατανοήσει ούτε λιγουλάκι ότι το μαχαίρι της γκιλοτίνας ήδη απελευθερώθηκε πάνω από το κεφάλι της….