Με αφορμή την επίσκεψη της Καγκελαρίου της Γερμανίας στην Αθήνα και με δεδομένο το κλίμα συγκρατημένης αισιοδοξίας, που επιχειρείται να καλλιεργηθεί, η ΓΣΕΒΕΕ οφείλει να επισημάνει τόσο στην Κυβέρνηση μια σειρά διαπιστώσεων και προτάσεων, που έχει επανειλημμένα διατυπώσει στο πλαίσιο του κοινωνικού διαλόγου. Ήδη από το 2010 και με την έναρξη της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης η ΓΣΕΒΕΕ είχε προειδοποιήσει όχι μόνο για την αναποτελεσματικότητα...
αυτής της πολιτικής, αλλά και για την ανατροφοδότηση ενός φαύλου κύκλου ύφεσης. Σήμερα, η επαλήθευση αυτών των διαπιστώσεων έχει συντελεστεί με έναν τρόπο δραματικό: πάνω από 100.000 επιχειρήσεις έχουν κλείσει σε αυτήν τη διετία, έχουν καταστραφεί περί τις 500.000 θέσεων απασχόλησης, ενώ το δίχτυ κοινωνικής προστασίας, για την ανάγκη του οποίου έκανε λόγο η ΓΣΕΒΕΕ, είναι ανύπαρκτο, με αποτέλεσμα η οικονομική κρίση να έχει μετατραπεί και σε κρίση ανθρωπιστική. Το αδιέξοδο αυτής της πολιτικής, αλλά και οι αδικίες που προκαλεί είναι ένα στοιχείο, που η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να επισημάνει με τρόπο ρητό και κατηγορηματικό. Μία άλλη διαπίστωση, που επανειλημμένα έχει διατυπώσει η ΓΣΕΒΕΕ, είναι και η ανεπάρκεια των περίφημων και πολυδιαφημισμένων διαρθρωτικών αλλαγών, ιδιαίτερα εκείνων που αναφέρονται στο «άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων». Στην Ελλάδα το μεγαλύτερο μέρος των αγορών προϊόντων κυριαρχείται από επιχειρήσεις ολιγοπωλιακού χαρακτήρα - μία χρόνια στρέβλωση, η οποία επηρεάζει αρνητικά τη διαμόρφωση των τιμών. Η ΓΣΕΒΕΕ θεωρεί ότι σε περίοδο ύφεσης και πιστωτικής ασφυξίας, το μόνο εργαλείο που μπορεί να οδηγήσει σε ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας είναι οι δημόσιες επενδύσεις, οι οποίες όμως «κουρεύονται» κάθε χρόνο σύμφωνα με τη διαδικασία μείωσης του ελλείμματος ενώ θα έπρεπε να έχουν εξαιρεθεί όπως είχαμε επισημάνει από το 2010. Επιπροσθέτως, οι όποιοι στόχοι για αναπτυξιακές πολιτικές εξουδετερώνονται από την ίδια την πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης. Με τον τρόπο αυτό η παγωμένη ρευστότητα, η παράλογη υπερφορολόγηση και η συνεχιζόμενη συρρίκνωση της εσωτερικής ζήτησης θα συνεχίσουν να καταστρέφουν επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας. Για το λόγο αυτό η εσωτερική οικονομία θα οδηγηθεί στην ερήμωση, θα συνεχίσει να περιθωριοποιείται στο εξωτερικό, ενώ η παντελής έλλειψη αναπτυξιακής προοπτικής θα αποτρέπει κάθε πιθανότητα για επένδυση. Οι μόνες επενδύσεις που θα πραγματοποιηθούν σε ένα τέτοιο περιβάλλον είναι καταδικασμένες να είναι καιροσκοπικές και προσανατολισμένες στην αποκόμιση εφήμερων προνομίων και προσόδων. Είναι προφανές ότι οι πολιτικές που ακολουθούνται αυτοαποδεικνύονται χρόνο με το χρόνο αδιέξοδες και για Ελλάδα αλλά και για την Ευρώπη και πρέπει να αλλάξουν.
αυτής της πολιτικής, αλλά και για την ανατροφοδότηση ενός φαύλου κύκλου ύφεσης. Σήμερα, η επαλήθευση αυτών των διαπιστώσεων έχει συντελεστεί με έναν τρόπο δραματικό: πάνω από 100.000 επιχειρήσεις έχουν κλείσει σε αυτήν τη διετία, έχουν καταστραφεί περί τις 500.000 θέσεων απασχόλησης, ενώ το δίχτυ κοινωνικής προστασίας, για την ανάγκη του οποίου έκανε λόγο η ΓΣΕΒΕΕ, είναι ανύπαρκτο, με αποτέλεσμα η οικονομική κρίση να έχει μετατραπεί και σε κρίση ανθρωπιστική. Το αδιέξοδο αυτής της πολιτικής, αλλά και οι αδικίες που προκαλεί είναι ένα στοιχείο, που η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να επισημάνει με τρόπο ρητό και κατηγορηματικό. Μία άλλη διαπίστωση, που επανειλημμένα έχει διατυπώσει η ΓΣΕΒΕΕ, είναι και η ανεπάρκεια των περίφημων και πολυδιαφημισμένων διαρθρωτικών αλλαγών, ιδιαίτερα εκείνων που αναφέρονται στο «άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων». Στην Ελλάδα το μεγαλύτερο μέρος των αγορών προϊόντων κυριαρχείται από επιχειρήσεις ολιγοπωλιακού χαρακτήρα - μία χρόνια στρέβλωση, η οποία επηρεάζει αρνητικά τη διαμόρφωση των τιμών. Η ΓΣΕΒΕΕ θεωρεί ότι σε περίοδο ύφεσης και πιστωτικής ασφυξίας, το μόνο εργαλείο που μπορεί να οδηγήσει σε ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας είναι οι δημόσιες επενδύσεις, οι οποίες όμως «κουρεύονται» κάθε χρόνο σύμφωνα με τη διαδικασία μείωσης του ελλείμματος ενώ θα έπρεπε να έχουν εξαιρεθεί όπως είχαμε επισημάνει από το 2010. Επιπροσθέτως, οι όποιοι στόχοι για αναπτυξιακές πολιτικές εξουδετερώνονται από την ίδια την πολιτική της εσωτερικής υποτίμησης. Με τον τρόπο αυτό η παγωμένη ρευστότητα, η παράλογη υπερφορολόγηση και η συνεχιζόμενη συρρίκνωση της εσωτερικής ζήτησης θα συνεχίσουν να καταστρέφουν επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας. Για το λόγο αυτό η εσωτερική οικονομία θα οδηγηθεί στην ερήμωση, θα συνεχίσει να περιθωριοποιείται στο εξωτερικό, ενώ η παντελής έλλειψη αναπτυξιακής προοπτικής θα αποτρέπει κάθε πιθανότητα για επένδυση. Οι μόνες επενδύσεις που θα πραγματοποιηθούν σε ένα τέτοιο περιβάλλον είναι καταδικασμένες να είναι καιροσκοπικές και προσανατολισμένες στην αποκόμιση εφήμερων προνομίων και προσόδων. Είναι προφανές ότι οι πολιτικές που ακολουθούνται αυτοαποδεικνύονται χρόνο με το χρόνο αδιέξοδες και για Ελλάδα αλλά και για την Ευρώπη και πρέπει να αλλάξουν.