Τοποθέτηση του Διονύση Στραβοράβδη,
μέλους της Επιτροπής Διαβούλευσης Περιφέρειας Ιονίων Νήσων,
Γραμματέα της Νομαρχιακής Επιτροπής Κέρκυρας του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ,
κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής Διαβούλευσης της 27/9/2012
Μετά από μια πενταετία ύφεσης, που θα φθάσει στο 7% το 2012, και με την ανεργία στο 30%, σίγουρα η πλέον χρησιμοποιούμενη λέξη στο δημόσιο λόγο είναι η «ανάπτυξη». Προβάλλεται από όλους ως κυρίαρχο πρόταγμα. Θα παρατηρήσουμε όμως ότι δεν μπορεί να αποτελεί αορίστως «μαγική συνταγή». Και θα...
παρατηρήσουμε επίσης ότι το μοντέλο ανάπτυξης, είτε το ονομάσουμε "έξυπνο", είτε "βιώσιμο", είτε όπως αλλιώς, για να έχει περιεχόμενο πρέπει να συγκρουστεί και να αντιπαρατεθεί στην κυρίαρχη μνημονιακή κυβερνητική λογική η οποία, ακόμα και αν θεωρηθεί ειλικρινής και όχι επικοινωνιακή, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Και, ως τρίτη παρατήρηση, ότι η ίδια λέξη χρησιμοποιείται με εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο σε διαφορετικές και συγκρουόμενες πολιτικές προτάσεις.
Οι κατευθύνσεις και οι προϋποθέσεις με τις οποίες χορηγείται η κοινοτική χρηματοδότηση (πιο λαϊκά: οι βουλήσεις των δανειστών) θα επηρεάσουν και τις δυνατότητες που θα έχει (ή δεν θα έχει) μια άλλης κατεύθυνσης αυριανή κυβέρνηση, να έρθει σε ρήξη με τα Μνημόνια και να εφαρμόσει ένα εναλλακτικό σχέδιο διεξόδου από την κρίση. Καίριο το ερώτημα που προκύπτει: Αποφασίζουμε εμείς, σε εθνικό και περιφερειακό επίπεδο, ή απλά καλούμαστε να επικυρώσουμε αποφάσεις και κατευθύνσεις; μέλους της Επιτροπής Διαβούλευσης Περιφέρειας Ιονίων Νήσων,
Γραμματέα της Νομαρχιακής Επιτροπής Κέρκυρας του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ,
κατά τη συνεδρίαση της Επιτροπής Διαβούλευσης της 27/9/2012
Μετά από μια πενταετία ύφεσης, που θα φθάσει στο 7% το 2012, και με την ανεργία στο 30%, σίγουρα η πλέον χρησιμοποιούμενη λέξη στο δημόσιο λόγο είναι η «ανάπτυξη». Προβάλλεται από όλους ως κυρίαρχο πρόταγμα. Θα παρατηρήσουμε όμως ότι δεν μπορεί να αποτελεί αορίστως «μαγική συνταγή». Και θα...
παρατηρήσουμε επίσης ότι το μοντέλο ανάπτυξης, είτε το ονομάσουμε "έξυπνο", είτε "βιώσιμο", είτε όπως αλλιώς, για να έχει περιεχόμενο πρέπει να συγκρουστεί και να αντιπαρατεθεί στην κυρίαρχη μνημονιακή κυβερνητική λογική η οποία, ακόμα και αν θεωρηθεί ειλικρινής και όχι επικοινωνιακή, είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Και, ως τρίτη παρατήρηση, ότι η ίδια λέξη χρησιμοποιείται με εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο σε διαφορετικές και συγκρουόμενες πολιτικές προτάσεις.
Το ίδιο το πλαίσιο του αναπτυξιακού σχεδιασμού για τη νέα περίοδο, όπως τίθεται, είναι ουσιαστικά αλληλοαναιρούμενο. Οι στόχοι της Στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για έξυπνη (με πόσο IQ, άραγε;) βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη, με υψηλά επίπεδα απασχόλησης, παραγωγικότητας και κοινωνικής συνοχής, είναι αόριστοι και ανεπαρκείς. Ειδικά για μια κοινωνία αντιμέτωπη με το φάσμα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, οφείλουμε να δίνουμε προτεραιότητα στην κοινωνική διάσταση, στην απασχόληση, και κυρίως στο αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι, χωρίς δημόσιες επενδύσεις, είναι αστείο να μιλάμε για ανάπτυξη.
Επιπλέον, οι ίδιοι οι στόχοι που τίθενται υπονομεύονται, αφού η χρηματοδότηση τίθεται υπό τον όρο της πλήρους και «επιτυχούς» εφαρμογής των Μνημονίων. Δηλαδή, τυχόν απροθυμία ή αποτυχία οποιασδήποτε χώρας «υπό επιτήρηση» να εφαρμόσει τα προγράμματα λιτότητας, τιμωρείται με καταδίκη όχι μόνο σε οικονομική ασφυξία, αλλά πρωτίστως σε πλήρη διάρρηξη της κοινωνικής της συνοχής.
Στο πλαίσιο που τίθεται, διαφαίνεται ή και επιχειρείται υπαναχώρηση από το κεκτημένο της ευρωπαϊκής περιφερειακής πολιτικής. Επαναπροσδιορίζονται προς το χειρότερο οι αρχές της αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών-μελών και των περιφερειών, της κοινωνικής συνοχής και της ισόρροπης ανάπτυξης, μέσα σε ένα οικονομικό περιβάλλον όπου διακυβεύεται η ίδια η διατήρηση της ενότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η διαβούλευση και οι διαμορφούμενες αποφάσεις θα μπορούσαν και θα έπρεπε να είναι καθοριστικές για το αναπτυξιακό παρόν και μέλλον των ελληνικών περιφερειών, αλλά και για την ανακούφιση των πολιτών από τις συνέπειες της μνημονιακής πολιτικής. Φαίνεται όμως ότι μια ακόμη δυνατότητα χάνεται, μέσα στην τεχνοκρατική και διεκπεραιωτική παράδοση της διαχείρισης των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, χωρίς ουσιαστικό προβληματισμό για το αναπτυξιακό μοντέλο που θέλουμε, χωρίς διαφάνεια και χωρίς την παραμικρή δημοκρατική συμμετοχή (ή, χειρότερα, με επίφαση δημοκρατικής συμμετοχής) της κοινωνίας και των φορέων της.
Κάτι τελευταίο: Ενώ όλοι μιλάνε για ανάπτυξη, κανείς δεν κάνει απολογισμό του τι έφταιξε και δεν απέδωσαν τα προηγούμενα τέσσερα κοινοτικά «πακέτα». Κανείς δεν αμφισβητεί το κυρίαρχο αναπτυξιακό πρότυπο. Κανείς δεν συζητά για τις αιτίες που προκάλεσαν το σημερινό όχι μόνο δημοσιονομικό, αλλά και αναπτυξιακό τέλμα.
Καθίσταται φανερό ότι μόνο μια άλλη, ριζοσπαστική, φιλολαϊκή, αριστερή, πολιτική πρόταση διακυβέρνησης, είναι σε θέση να σηκώσει (και) το φορτίο της διαμόρφωσης ενός πραγματικά χρήσιμου αναπτυξιακού χρηματοδοτικού εργαλείου, που θα επιτρέψει την ανάσχεση της ύφεσης και την άσκηση αποτελεσματικών κοινωνικών πολιτικών. Μια ανάπτυξη που θα στηρίζεται στην κοινωνική δικαιοσύνη και αλληλεγγύη, στην περιβαλλοντική προστασία και αειφορία και στη δημοκρατική συμμετοχή.