Η ορθολογική, ήπια και συμβατή με το οικοσύστημα αξιοποίηση της περιοχής του Ερημίτη συνιστά ευκαιρία βελτίωσης του τουριστικού προϊόντος της Κέρκυρας.
Η όποια διαδικασία αξιοποίησης οφείλει – πέραν του ήπιου και συμβατού με το περιβάλλον χαρακτήρα της – να είναι εκ των προτέρων γνωστή...
και διαφανής. Όλες αυτές οι προϋποθέσεις δεν πληρούνται από την προκήρυξη ενδιαφέροντος, όπου μεταξύ άλλων προβλέπεται ότι:
► «το ακίνητο μπορεί να μεταβιβαστεί ελεύθερα σε τρίτους».
► «ο δικαιούχος θα είναι ελεύθερος να αξιοποιήσει το Ακίνητο όπως αυτός επιθυμεί, κατά τη διακριτική του ευχέρεια, υπό την αίρεση ότι θα τηρήσει τους περιορισμούς που τίθενται από την εθνική πολεοδομική και περιβαλλοντική νομοθεσία».
► «το ακίνητο θα μπορούσε, ενδεικτικά, να αποτελέσει είτε υψηλού επιπέδου ακίνητο ιδιωτικής χρήσης και ανάπτυξης ή να χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία πολυτελούς συγκροτήματος παραθεριστικών κατοικιών, μονάδων –αναψυχής και τουρισμού».
Από τα παραπάνω σημεία γίνεται σαφής η πρόθεση της πολιτείας να οικοπεδοποιήσει και να υπερ-δομήσει χωρίς κανέναν περιορισμό, με αδιαφανείς όρους μία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους περιοχή, ενώ η αναφορά στους υπάρχοντες περιορισμούς δόμησης έχει μικρή αξία, αφού πρόσφατα ανακοινώθηκε η πρόθεση της αλλαγής των όρων δόμησης του Ελληνικού, προκειμένου να διευκολυνθούν οι επενδυτές.
Όλες οι ενέργειες γίνονται χωρίς καμία – φανερή έστω – διαβούλευση με τους τοπικούς φορείς οι οποίοι πρέπει να έχουν τον πρώτο λόγο, τόσο στο σχεδιασμό, όσο και στην επιχειρούμενη αξιοποίηση, εφόσον βεβαίως πείσουν ότι διαθέτουν ρεαλιστικό και βιώσιμο σχέδιο για την ανάδειξη της περιοχής.
Ας σημειωθεί, τέλος, ότι η δυνατότητα – χωρίς όρους – μεταπώλησης μίας παραμεθόριας, ευρισκόμενης σε κομβικό σημείο της Αδριατικής έκτασης εγείρει και σοβαρά ζητήματα ασφαλείας.
Η όποια διαδικασία αξιοποίησης οφείλει – πέραν του ήπιου και συμβατού με το περιβάλλον χαρακτήρα της – να είναι εκ των προτέρων γνωστή...
και διαφανής. Όλες αυτές οι προϋποθέσεις δεν πληρούνται από την προκήρυξη ενδιαφέροντος, όπου μεταξύ άλλων προβλέπεται ότι:
► «το ακίνητο μπορεί να μεταβιβαστεί ελεύθερα σε τρίτους».
► «ο δικαιούχος θα είναι ελεύθερος να αξιοποιήσει το Ακίνητο όπως αυτός επιθυμεί, κατά τη διακριτική του ευχέρεια, υπό την αίρεση ότι θα τηρήσει τους περιορισμούς που τίθενται από την εθνική πολεοδομική και περιβαλλοντική νομοθεσία».
► «το ακίνητο θα μπορούσε, ενδεικτικά, να αποτελέσει είτε υψηλού επιπέδου ακίνητο ιδιωτικής χρήσης και ανάπτυξης ή να χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργία πολυτελούς συγκροτήματος παραθεριστικών κατοικιών, μονάδων –αναψυχής και τουρισμού».
Από τα παραπάνω σημεία γίνεται σαφής η πρόθεση της πολιτείας να οικοπεδοποιήσει και να υπερ-δομήσει χωρίς κανέναν περιορισμό, με αδιαφανείς όρους μία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους περιοχή, ενώ η αναφορά στους υπάρχοντες περιορισμούς δόμησης έχει μικρή αξία, αφού πρόσφατα ανακοινώθηκε η πρόθεση της αλλαγής των όρων δόμησης του Ελληνικού, προκειμένου να διευκολυνθούν οι επενδυτές.
Όλες οι ενέργειες γίνονται χωρίς καμία – φανερή έστω – διαβούλευση με τους τοπικούς φορείς οι οποίοι πρέπει να έχουν τον πρώτο λόγο, τόσο στο σχεδιασμό, όσο και στην επιχειρούμενη αξιοποίηση, εφόσον βεβαίως πείσουν ότι διαθέτουν ρεαλιστικό και βιώσιμο σχέδιο για την ανάδειξη της περιοχής.
Ας σημειωθεί, τέλος, ότι η δυνατότητα – χωρίς όρους – μεταπώλησης μίας παραμεθόριας, ευρισκόμενης σε κομβικό σημείο της Αδριατικής έκτασης εγείρει και σοβαρά ζητήματα ασφαλείας.