Του Γιώργου Σκλαβούνου :
Η κρίση της Ευρώπης και η Ελληνική κρίση αντιμετωπίζεται ως κρίση ηγεσίας και ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα της ακολουθούμενης κυρίαρχης οικονομικής πολιτικής.
Η ευρύτερη δυνατή συμφωνία για τη πραγματική φύση της κρίσης μπορεί να συνεισφέρει στην ευρύτερη και ουσιαστικότερη συνεργασία για την έξοδο από αυτή.
Οι συνιστώσες της βαθύτατης συστημικής κρίσης που...
ζούμε είναι οι ακόλουθες.
1. Κρίση του κυρίαρχου μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης με την επικυριαρχία ενός μεταλλαγμένου καπιταλισμού στην οικονομική σφαίρα και καταλυτική επικυριαρχία της οικονομίας επί της πολιτικής αλλά και της πολιτείας.
1.1 Ο ύστερος καπιταλισμός, (με τον έλεγχο θεσμών και διαδικασιών συγκέντρωσης αξιοποίησης, διακίνησης κεφαλαίου, γνώσης, έρευνας, τεχνολογίας, πληροφοριών), έχει πλήρως ανατρέψει τις παραδοσιακές σχέσεις κεφαλαίου-εργασίας, κεφαλαίου πολιτικής και πολιτείας, ιδιαίτερα όπως αυτές είχαν καθιερωθεί στο πλαίσιο του μεταπολεμικού έθνους-κράτους.
1.2. Ο ύστερος καπιταλισμός με την ανεξέλεγκτη πια δυνατότητα του να παράγει, να διαχέει και να εμπορεύεται, όχι μόνο αγαθά, υπηρεσίες, πληροφορίες, αλλά και προσμονές, κινδύνους, φόβους, συμπεριφορές, σε μαζικό επίπεδο, σε επίπεδο κρατών, να παρεμβαίνει αποφασιστικά στις διακρατικές σχέσεις, έχει ασφυχτικά περιορίσει (αν όχι πλήρως καταλύσει) τους παραδοσιακούς κανόνες εθνικής πολιτικής οικονομίας, διαμόρφωσης, χρηματοδότησης, άσκησης οικονομικής πολιτικής.
1.4. Η επικυριαρχία της αγοράς επί της πολιτικής δεν αντιμετωπίζεται, δεν εξισορροπείται, δεν ανατρέπεται με αναδομήσεις και ανασυγκροτήσεις κορυφής στο κατεστημένο μοντέλο πολιτικής οργάνωσης.
2. Η παρακμή του θεσμού του κόμματος και της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας.
2.1.Ο συσχετισμός δύναμης ανάμεσα στην οργανωμένη κοινωνία και την οργανωμένη οικονομία ( την οικονομία της αγοράς του σήμερα) έχει εξελιχθεί καταλυτικά σε βάρος της οργανωμένης κοινωνίας. Το πολιτικό σύστημα όχι μόνον δεν κατέστη δυνατό να αντιμετωπίσει αυτή την πορεία στην αλλαγή των συσχετισμών δύναμης αλλά και το ίδιο μετεβλήθη σε θύμα και όμηρο αυτής της αλλαγής. Ο συσχετισμός δύναμης ανάμεσα στη πολιτική, την πολιτική ηγεσία, τη πολιτεία και την «αγορά» έχει εξελιχθεί καταλυτικά υπέρ της αγοράς.
2.2 Η αδυναμία των κομμάτων να εδραιώσουν ένα εθνικό πολιτικό σύστημα ικανό να θεμελιώσει ένα εθνικό κράτος ουδέτερο, απέναντι στα κόμματα, εγγυητή μιας κοινωνίας ευνομίας, κοινωνικής συνοχής, ενός κράτους υπηρέτη του εθνικού και κοινωνικού συμφέροντος, και όχι κράτους υπηρέτη της κυρίαρχης ιδεολογίας αποξένωσε τον πολίτη από το κράτος, με τα γνωστά αποτελέσματα.
2.3.Η αδυναμία των κομμάτων να εδραιώσουν ένα πολιτικό σύστημα που διασφαλίζει στην πράξη, το δικαίωμα και τα μέσα στη μειοψηφία να μπορεί να καταστεί πλειοψηφία αλλά διασφαλίζοντας παράλληλα το απαράγραπτο δικαίωμα της πλειοψηφίας να κυβερνά, έχει απαξιώσει το πολιτικό μας σύστημα, την εθνική μας συνοχή, τη δυνατότητά μας να χαράξουμε παραγωγικό αναπτυξιακό διάλογο, από το τοπικό μέχρι το εθνικό επίπεδο, να χαράξουμε εθνική στρατηγική, από την παιδεία μέχρι την οικονομία.
2.4. Η αδυναμία των κομμάτων (κυρίως των κομμάτων εξουσίας), να καταστούν κόμματα θεσμοί, με σεβασμό στα καταστατικά τους κείμενα, με εσωκομματικό, διακομματικό και κοινωνικό διάλογο, με συμμετοχικές, διαφανείς διαδικασίες στην εσωτερική τους λειτουργία, τα οικονομικά τους, με αξιοκρατία στη στελέχωση τους, με οργανική διασύνδεση με την πνευματική και επιστημονική ηγεσία, μετέτρεψε, αυτού του τύπου, τα κόμματα και τη λειτουργία τους στη βασικότερη αιτία της κρίσης που ζούμε.
2.4.Η προσπάθεια του κόμματος να ποδηγετήσει και να χειραγωγήσει το σύνολο του κοινωνικού κινήματος και των φορέων του, έχει μεταφέρει όλες τις παθογένειες του θεσμού του κόμματος, στους θεσμούς της κοινωνίας, από την Τοπική Αυτοδιοίκηση, το Συνδικάτο, μέχρι την Πανεπιστημιακή Σύγκλητο.
2.5 Η με κάθε μέσο προσπάθεια του «κόμματος» να οικειοποιηθεί την κρατική γραφειοκρατία, να την καταστήσει κομματική πελατεία, τελικά την αποξένωσε από κάθε ήθος εργασίας, από κάθε ήθος αξιοκρατίας, την εξαχρείωσε, την οδήγησε στην σημερινή αναποτελεσματικότητα και σήμερα, μπροστά στα αδιέξοδα, την λοιδορεί, την υβρίζει, την παραδίδει, στην ανυποληψία, και την ανεργία.
2.6. Ενώ οι επιχειρήσεις του ύστερου καπιταλισμού ενισχύουν την υπερκρατική, πολυεθνική τους, δράση και κυριαρχία, τα πολιτικά κόμματα αδυνατούν να διασφαλίσουν ακόμα και ελάχιστους κοινούς στόχους άμυνας απέναντι π.χ. στην επικυριαρχία των ΜΜΕ στην διαμόρφωση της κοινής γνώμης, στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, στη διαφανή αξιοποίηση της τεράστιας περιουσίας των κληροδοτημάτων, στην προστασία του περιβάλλοντος. Αδυνατούν να δημιουργήσουν αξιόπιστες, αποτελεσματικές, διακρατικές δομές ακόμα και στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η βαθιά κρίση του θεσμού του κόμματος (της κέντρο- αριστεράς η της κεντροδεξιάς), η κρίση συμμετοχής, στην Ελλάδα και στην Ευρώπη δεν αντιμετωπίζεται, με αναδομήσεις κορυφής, και με νέα μανιφέστα.
3. Η Συρρίκνωση, η κρίση και η παρακμή του κράτους:
3.1 Ο συσχετισμός δύναμης μεταξύ κράτους (εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων) και σύγχρονης πολυεθνικής επιχείρησης, μεταξύ αγοράς και πολιτείας, εξελίσσεται καθημερινά σε βάρος του κράτους, σε βάρος της πολιτείας. Η εξέλιξη αυτή πήρε κατακλυσμικές διαστάσεις με την επέλαση του νεοφιλελευθερισμού και μιας «αμερικανοκρατούμενης» παγκοσμιοποίησης. Ο κρατικός μηχανισμός δεν είναι δυνατόν να συγκριθεί σε επίπεδο τεχνολογικού εξοπλισμού, μελέτης, έρευνας, πληροφόρησης, δυνατότητας επηρεασμού της οικονομίας, με την σύγχρονη πολυεθνική του χρηματοπιστωτικού χώρου, της ενέργειας της πληροφορικής κ.λ.π.
3.2. Σε διεθνές οικονομικό επίπεδο, στη χάραξη διεθνούς οικονομικής πολιτικής, ο ρόλος της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι αναμφισβήτητα υπέρτερος του Ο.Η.Ε., ως όργανα του οποίου δημιουργήθηκαν και λειτουργούν. Η εκτός πλαισίου διεθνών κανόνων, διεθνούς εννόμου τάξεως και ελέγχου, ίδρυση και λειτουργία οίκων αξιολόγησης, με τη σοβαρότατα αμφισβητούμενη εγκυρότητα και αντικειμενικότητα των αξιολογήσεων τους, με συχνά καταστροφικές για τα κράτη, αξιολογήσεις, επιβεβαιώνει όχι μόνον την επικυριαρχία της αγοράς επί των εθνικών κρατών αλλά την επικυριαρχία μιας άνομης αγοράς, που δεν έχει πρόβλημα να λειτουργεί με όρους οικονομικής τρομοκρατίας.
3.3. Η αδυναμία των εθνικών κρατών στο πλαίσιο του Ο.Η.Ε., να θέσουν υπό έλεγχο τη λειτουργία τέτοιων οίκων αξιολόγησης αναδεικνύει την τραγική αδυναμία και του υποτιθέμενου θεματοφύλακα της διεθνούς έννομης τάξης απέναντι στις αγορές αλλά και απέναντι στα όργανα του, το Δ.Ν.Τ. και την Παγκόσμια Τράπεζα και αναδεικνύει την ανάγκη για τη δημιουργία εθνικών κομμάτων ικανών για αποτελεσματικές ουσιαστικές συνεργασίες σε εθνικό και πανευρωπαϊκό επίπεδο.
3.4. Η αδυναμία, η ή άρνηση της Ε.Ε., να δημιουργήσει ευρωπαϊκούς, αντικειμενικούς, δημόσιου ελέγχου οίκους αξιολόγησης, αποδεικνύει είτε την αδυναμία της Ε.Ε., να λειτουργήσει με τη νομιμότητα και τη διαφάνεια που απαιτεί το συμφέρον των ευρωπαϊκών λαών, είτε ότι το διευθυντήριο της Ευρώπης ανέχεται, συμβιβάζεται, η συνεργεί στο επικερδές, για τις «αγορές», αλλά καταστροφικό για τους λαούς, και τα μέλη της, «παιχνίδι» των οίκων αξιολόγησης.
3.5. Η αναθεώρηση του τρόπου διοίκησης, λειτουργίας, χάραξης πολιτικής, καθώς και του έλεγχου του Δ.Ν.Τ. και της Παγκόσμιας τράπεζας αποτελεί αίτημα πολλών σοβαρών (μικρών και μεγάλων) κρατών και αφορά το χθες, το σήμερα, το αύριο, της ελληνικής οικονομίας. Θα έπρεπε επομένως να ενδιαφέρει, κάθε ελληνικό κόμμα, το πολιτικό μας σύστημα συνολικά και να αποτελεί προτεραιότητα της Ε.Ε.
3.6. Η περίεργη σιγή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για αυτά τα θέματα, και η επίσης περίεργη «αυτονομία» της, από τα όργανα χάραξης της ευρωπαϊκής πολιτικής καταδεικνύουν το επικίνδυνο επίπεδο αδιαφάνειας που βασιλεύει στη ευρωπαϊκό και το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και το τεράστιο έλλειμμα δημοκρατίας στην Ευρώπη.
3.7. Η αντιμετώπιση τέτοιου επιπέδου προβλημάτων είναι προφανές ότι σε καμιά περίπτωση δεν διασφαλίζεται με αλλαγή αρχηγών στα κόμματα εξουσίας, ούτε με νέες διακηρυκτικές πλατφόρμες, κεντροαριστερής η κεντροδεξιάς ορολογίας και στόχευσης, ούτε ακόμη με τη συγκρότηση «αντιμνημονιακών» μετώπων από τα κόμματα μιας κατακερματισμένης αριστεράς. Δεν διασφαλίζεται με την ποιότητα, τις δομές, τη λειτουργία, την αποτελεσματικότητα, του πολιτικού μας συστήματος και των κομμάτων μας όπως λειτουργούν σήμερα.
3.8. Απαιτείται η συγκρότηση ενός εθνικού πολιτικού συστήματος, μιας εθνικής πολιτικής ηγεσίας ικανής να αξιοποιεί τις ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές της, στη δημιουργία μιας χρήσιμης εθνικά και αναπτυξιακά ενότητας διαφορών. Μια τέτοια εθνική ηγεσία, ένας τέτοιου είδους εθνικός συλλογικός νους, μπορεί αξιοποιώντας στο έπακρο τις ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές να θέτει και να υπηρετεί ελάχιστους και μέγιστους κοινά αποδεκτούς στόχους, στην εξωτερική και την εσωτερική πολιτική, να διαμορφώνει συμμαχίες (π.χ. με κοινοβούλια του ευρωπαϊκού νότου), με κοινοβούλια εντός και εκτός Ε.Ε. για πανευρωπαϊκής και παγκόσμιας σημασίας θέματα. Για θέματα που αφορούν συστράτευση λαών, εθνών και κρατών. Για λύσεις που προϋποθέτουν διακρατικές συμμαχίες με ευρύτατη κοινωνική στήριξη. Η ανασυγκρότηση του κράτους στην κατεύθυνση της ουδετερότητας απέναντι στα πολιτικά κόμματα , ο απογαλακτισμός του από τα κόμματα εξουσίας, η διαμόρφωση ενός νέου πλαισίου σχέσεων πολιτικού συστήματος και κράτους, πολιτικού συστήματος και δημοσίου τομέα, αποτελούν προϋποθέσεις αποκατάστασης των σχέσεων μεταξύ κράτους και πολίτη, ανασυγκρότησης του κράτους, εξυγίανσης της πολιτικής ζωής.
4. Η Πολιτισμική κρίση
4.1. Στην Ελλάδα: Η ανυπαρξία ενός κυρίαρχου αξιακού συστήματος, μιας ιεράρχησης αξιών, ικανής να συγκροτεί ένα κοινωνικό ήθος, ένα ήθος συμπεριφοράς, ένα κοινωνικό ήθος, ένα πολιτικό ήθος, χαρακτηρίζει και αποδιαρθρώνει, τον ιδιωτικό και δημόσιο βίο μας, τον πολιτισμό της καθημερινότητας μας. Χωρίς να «ανήκομεν» πολιτισμικά ούτε «εις την Δύσιν», ούτε στην Ανατολή, παραβρισκόμαστε, χωρίς να συμμετέχουμε ουσιαστικά, ούτε στο πολιτιστικό Ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.
Αποξενωμένοι από τις συνιστώσες που συγκροτούσαν την πολιτισμική μας ταυτότητα, χωρίς την ικανότητα να μιας νέας δημιουργικής σύνθεσης, από την επαφή μας με την Ευρώπη και τον κόσμο, παραπαίουμε χωρίς στρατηγική πολιτισμικής επιβίωσης, χωρίς πρόταση εξόδου από την Ελληνική και Ευρωπαϊκή πολιτισμική κρίση.
4.2. Στην Ευρώπη: Το πολιτικό ευρωπαϊκό οικοδόμημα αδυνατεί να διασφαλίσει βιώσιμη ισορροπία γιατί στερείται πολιτισμικών και ηθικών θεμελίων. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, «αδυνατεί» να διαμορφώσει ένα μοντέλο ευρωπαϊκής κοινωνικής και οικονομικής συνοχής, πολλώ δε μάλλον αδυνατεί να προχωρήσει σε ένα μοντέλο ισηγορίας ισονομίας και ισοπολιτείας μεταξύ των μελών της.
4.3 Η αδυναμία της Ε.Ε. να αντιμετωπίσει την κρίση χρέους αποτελεί ένα από τα συμπτώματα της βαθύτατης πολιτισμικής της κρίσης.
4.4 Η Ευρώπη, τόσο στις ενδο-ευρωπαϊκές σχέσεις, όσο και στις διεθνείς της σχέσεις, δε στάθηκε ποτέ συνεπής απέναντι στα θεμέλια του πολιτισμού της: Δε στάθηκε συνεπής ούτε στο Διαφωτισμό, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη δημοκρατία, ούτε απέναντι στο Χριστιανισμό της. Απέναντι και στις δύο αυτές παραδώσεις λειτούργησε και μέχρι σήμερα λειτουργεί, στο εσωτερικό της και στον «έξω κόσμο», απολύτως φαρισαϊκά. Τόσο οι ενδο-ευρωπαϊκές σχέσεις, όσο και οι διεθνείς σχέσεις των επί μέρους ευρωπαϊκών κρατών αλλά και της Ευρώπης στο σύνολό της, στηρίχθηκαν και στηρίζονται στο δίκαιο του ισχυρού.
4.5 Η εγκατάλειψη του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου και του ευρωπαϊκού μεταπολεμικού κράτους πρόνοιας, η κατάρρευση της Χριστανοδημοκρατίας, η βαθύτατη κρίση και τα διαλυτικά συμπτώματα της Σοσσιαλδημοκρατίας, η καθολική αδυναμία των κληρονόμων της παραδοσιακής αριστεράς να καταθέσουν μια πειστική πράξη και ένα νέο πειστικό λόγο, η αδυναμία του νεοφιλελευθερισμού να διασφαλίσει, όχι ένα αξιοπρεπές, αλλά ένα στοιχειώδες βιοτικό επίπεδο, αποστερεί τους ευρωπαϊκούς λαούς και από το όπιο και την υπόσχεση του καταναλωτισμού, οδηγεί την Ευρώπη σε μια περίοδο κοινωνικής αναταραχής και σύγκρουσης.
4.6 Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, χρόνια τώρα ζυμωμένες σε έναν αντικοινωνικό καταναλωτικό ατομικισμό, αφού καταχράστηκαν και αντικοινωνικά κατασπατάλησαν τον ελεύθερο χρόνο που είχαν κατακτήσει, στο κοινωνικό κράτος, αφήνονται (χωρίς κοινωνική συνοχή, με καταρρακωμένο το ήθος συμμετοχής, με απαξιωμένους τους θεσμούς συμμετοχής, από την οικογένεια, μέχρι την εκκλησία και το κόμμα), σε ένα νέο μεσαίωνα επερχόμενης αυταρχικής διακυβέρνησης χωρίς ελπίδα, χωρίς πολιτικό και πολιτισμικό όραμα χωρίς ηγεσία ικανή ή διατεθειμένη να αγωνιστεί μαζί τους για μια διέξοδο.
4.7 Η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει δυνάμεις πραγματικής αναγέννησης στο πολιτισμικό, το πολιτικό, το θρησκευτικό το ηθικό επίπεδο. Δυνάμεις ικανές να δώσουν ζωή στο συλλογικό-κοινωνικό και ατομικό ιδεώδες. Δυνάμεις και φορείς ικανούς να αγωνιστούν για την αποκατάσταση της αξιοπρέπειας της κοινωνίας, της πολιτικής, της πολιτείας, να αγωνιστούν για την επαναφορά της καταργηθήσης τάξης στη σχέση, αγοράς και κοινωνίας, αγοράς και πολιτικής, αγοράς και ανθρώπου, αγοράς και φύσης.
4.8. Η τραγική αποτυχία του πολικού μας συστήματος δεν επιτρέπεται να οδηγεί στην καταδίκη της πολιτικής. Ασφαλώς οι έμποροι της εξουσίας και οι επαγγελματίες της πολιτικής δεν μπορούν να μας δώσουν αυτά που μας στέρησαν. Η καταδίκη της πολιτικής δεν συνεισφέρει στην έξοδο από την κρίση, αντίθετα, υπηρετεί τον επελαύνοντα, με τεχνοκρατικό μανδύα, αυταρχισμό.
4.9. Ζητούμενο είναι η πραγματική αναγέννηση σε ολόκληρο το φάσμα της πολιτικής ζωής, είναι η μετατροπή των αρχηγικών, προσωποπαγών κομμάτων, από κόμματα οπαδών, σε κόμματα-θεσμούς, κόμματα συμμετοχής, κόμματα συμμετοχικής δημοκρατίας και όχι η αναπαλαίωση του καταρρεύσαντος πολιτικού μας συστήματος.
Η κρίση της Ευρώπης και η Ελληνική κρίση αντιμετωπίζεται ως κρίση ηγεσίας και ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα της ακολουθούμενης κυρίαρχης οικονομικής πολιτικής.
Η ευρύτερη δυνατή συμφωνία για τη πραγματική φύση της κρίσης μπορεί να συνεισφέρει στην ευρύτερη και ουσιαστικότερη συνεργασία για την έξοδο από αυτή.
Οι συνιστώσες της βαθύτατης συστημικής κρίσης που...
ζούμε είναι οι ακόλουθες.
1. Κρίση του κυρίαρχου μοντέλου οικονομικής ανάπτυξης με την επικυριαρχία ενός μεταλλαγμένου καπιταλισμού στην οικονομική σφαίρα και καταλυτική επικυριαρχία της οικονομίας επί της πολιτικής αλλά και της πολιτείας.
1.1 Ο ύστερος καπιταλισμός, (με τον έλεγχο θεσμών και διαδικασιών συγκέντρωσης αξιοποίησης, διακίνησης κεφαλαίου, γνώσης, έρευνας, τεχνολογίας, πληροφοριών), έχει πλήρως ανατρέψει τις παραδοσιακές σχέσεις κεφαλαίου-εργασίας, κεφαλαίου πολιτικής και πολιτείας, ιδιαίτερα όπως αυτές είχαν καθιερωθεί στο πλαίσιο του μεταπολεμικού έθνους-κράτους.
1.2. Ο ύστερος καπιταλισμός με την ανεξέλεγκτη πια δυνατότητα του να παράγει, να διαχέει και να εμπορεύεται, όχι μόνο αγαθά, υπηρεσίες, πληροφορίες, αλλά και προσμονές, κινδύνους, φόβους, συμπεριφορές, σε μαζικό επίπεδο, σε επίπεδο κρατών, να παρεμβαίνει αποφασιστικά στις διακρατικές σχέσεις, έχει ασφυχτικά περιορίσει (αν όχι πλήρως καταλύσει) τους παραδοσιακούς κανόνες εθνικής πολιτικής οικονομίας, διαμόρφωσης, χρηματοδότησης, άσκησης οικονομικής πολιτικής.
1.4. Η επικυριαρχία της αγοράς επί της πολιτικής δεν αντιμετωπίζεται, δεν εξισορροπείται, δεν ανατρέπεται με αναδομήσεις και ανασυγκροτήσεις κορυφής στο κατεστημένο μοντέλο πολιτικής οργάνωσης.
2. Η παρακμή του θεσμού του κόμματος και της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας.
2.1.Ο συσχετισμός δύναμης ανάμεσα στην οργανωμένη κοινωνία και την οργανωμένη οικονομία ( την οικονομία της αγοράς του σήμερα) έχει εξελιχθεί καταλυτικά σε βάρος της οργανωμένης κοινωνίας. Το πολιτικό σύστημα όχι μόνον δεν κατέστη δυνατό να αντιμετωπίσει αυτή την πορεία στην αλλαγή των συσχετισμών δύναμης αλλά και το ίδιο μετεβλήθη σε θύμα και όμηρο αυτής της αλλαγής. Ο συσχετισμός δύναμης ανάμεσα στη πολιτική, την πολιτική ηγεσία, τη πολιτεία και την «αγορά» έχει εξελιχθεί καταλυτικά υπέρ της αγοράς.
2.2 Η αδυναμία των κομμάτων να εδραιώσουν ένα εθνικό πολιτικό σύστημα ικανό να θεμελιώσει ένα εθνικό κράτος ουδέτερο, απέναντι στα κόμματα, εγγυητή μιας κοινωνίας ευνομίας, κοινωνικής συνοχής, ενός κράτους υπηρέτη του εθνικού και κοινωνικού συμφέροντος, και όχι κράτους υπηρέτη της κυρίαρχης ιδεολογίας αποξένωσε τον πολίτη από το κράτος, με τα γνωστά αποτελέσματα.
2.3.Η αδυναμία των κομμάτων να εδραιώσουν ένα πολιτικό σύστημα που διασφαλίζει στην πράξη, το δικαίωμα και τα μέσα στη μειοψηφία να μπορεί να καταστεί πλειοψηφία αλλά διασφαλίζοντας παράλληλα το απαράγραπτο δικαίωμα της πλειοψηφίας να κυβερνά, έχει απαξιώσει το πολιτικό μας σύστημα, την εθνική μας συνοχή, τη δυνατότητά μας να χαράξουμε παραγωγικό αναπτυξιακό διάλογο, από το τοπικό μέχρι το εθνικό επίπεδο, να χαράξουμε εθνική στρατηγική, από την παιδεία μέχρι την οικονομία.
2.4. Η αδυναμία των κομμάτων (κυρίως των κομμάτων εξουσίας), να καταστούν κόμματα θεσμοί, με σεβασμό στα καταστατικά τους κείμενα, με εσωκομματικό, διακομματικό και κοινωνικό διάλογο, με συμμετοχικές, διαφανείς διαδικασίες στην εσωτερική τους λειτουργία, τα οικονομικά τους, με αξιοκρατία στη στελέχωση τους, με οργανική διασύνδεση με την πνευματική και επιστημονική ηγεσία, μετέτρεψε, αυτού του τύπου, τα κόμματα και τη λειτουργία τους στη βασικότερη αιτία της κρίσης που ζούμε.
2.4.Η προσπάθεια του κόμματος να ποδηγετήσει και να χειραγωγήσει το σύνολο του κοινωνικού κινήματος και των φορέων του, έχει μεταφέρει όλες τις παθογένειες του θεσμού του κόμματος, στους θεσμούς της κοινωνίας, από την Τοπική Αυτοδιοίκηση, το Συνδικάτο, μέχρι την Πανεπιστημιακή Σύγκλητο.
2.5 Η με κάθε μέσο προσπάθεια του «κόμματος» να οικειοποιηθεί την κρατική γραφειοκρατία, να την καταστήσει κομματική πελατεία, τελικά την αποξένωσε από κάθε ήθος εργασίας, από κάθε ήθος αξιοκρατίας, την εξαχρείωσε, την οδήγησε στην σημερινή αναποτελεσματικότητα και σήμερα, μπροστά στα αδιέξοδα, την λοιδορεί, την υβρίζει, την παραδίδει, στην ανυποληψία, και την ανεργία.
2.6. Ενώ οι επιχειρήσεις του ύστερου καπιταλισμού ενισχύουν την υπερκρατική, πολυεθνική τους, δράση και κυριαρχία, τα πολιτικά κόμματα αδυνατούν να διασφαλίσουν ακόμα και ελάχιστους κοινούς στόχους άμυνας απέναντι π.χ. στην επικυριαρχία των ΜΜΕ στην διαμόρφωση της κοινής γνώμης, στην αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, στη διαφανή αξιοποίηση της τεράστιας περιουσίας των κληροδοτημάτων, στην προστασία του περιβάλλοντος. Αδυνατούν να δημιουργήσουν αξιόπιστες, αποτελεσματικές, διακρατικές δομές ακόμα και στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η βαθιά κρίση του θεσμού του κόμματος (της κέντρο- αριστεράς η της κεντροδεξιάς), η κρίση συμμετοχής, στην Ελλάδα και στην Ευρώπη δεν αντιμετωπίζεται, με αναδομήσεις κορυφής, και με νέα μανιφέστα.
3. Η Συρρίκνωση, η κρίση και η παρακμή του κράτους:
3.1 Ο συσχετισμός δύναμης μεταξύ κράτους (εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων) και σύγχρονης πολυεθνικής επιχείρησης, μεταξύ αγοράς και πολιτείας, εξελίσσεται καθημερινά σε βάρος του κράτους, σε βάρος της πολιτείας. Η εξέλιξη αυτή πήρε κατακλυσμικές διαστάσεις με την επέλαση του νεοφιλελευθερισμού και μιας «αμερικανοκρατούμενης» παγκοσμιοποίησης. Ο κρατικός μηχανισμός δεν είναι δυνατόν να συγκριθεί σε επίπεδο τεχνολογικού εξοπλισμού, μελέτης, έρευνας, πληροφόρησης, δυνατότητας επηρεασμού της οικονομίας, με την σύγχρονη πολυεθνική του χρηματοπιστωτικού χώρου, της ενέργειας της πληροφορικής κ.λ.π.
3.2. Σε διεθνές οικονομικό επίπεδο, στη χάραξη διεθνούς οικονομικής πολιτικής, ο ρόλος της Παγκόσμιας Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είναι αναμφισβήτητα υπέρτερος του Ο.Η.Ε., ως όργανα του οποίου δημιουργήθηκαν και λειτουργούν. Η εκτός πλαισίου διεθνών κανόνων, διεθνούς εννόμου τάξεως και ελέγχου, ίδρυση και λειτουργία οίκων αξιολόγησης, με τη σοβαρότατα αμφισβητούμενη εγκυρότητα και αντικειμενικότητα των αξιολογήσεων τους, με συχνά καταστροφικές για τα κράτη, αξιολογήσεις, επιβεβαιώνει όχι μόνον την επικυριαρχία της αγοράς επί των εθνικών κρατών αλλά την επικυριαρχία μιας άνομης αγοράς, που δεν έχει πρόβλημα να λειτουργεί με όρους οικονομικής τρομοκρατίας.
3.3. Η αδυναμία των εθνικών κρατών στο πλαίσιο του Ο.Η.Ε., να θέσουν υπό έλεγχο τη λειτουργία τέτοιων οίκων αξιολόγησης αναδεικνύει την τραγική αδυναμία και του υποτιθέμενου θεματοφύλακα της διεθνούς έννομης τάξης απέναντι στις αγορές αλλά και απέναντι στα όργανα του, το Δ.Ν.Τ. και την Παγκόσμια Τράπεζα και αναδεικνύει την ανάγκη για τη δημιουργία εθνικών κομμάτων ικανών για αποτελεσματικές ουσιαστικές συνεργασίες σε εθνικό και πανευρωπαϊκό επίπεδο.
3.4. Η αδυναμία, η ή άρνηση της Ε.Ε., να δημιουργήσει ευρωπαϊκούς, αντικειμενικούς, δημόσιου ελέγχου οίκους αξιολόγησης, αποδεικνύει είτε την αδυναμία της Ε.Ε., να λειτουργήσει με τη νομιμότητα και τη διαφάνεια που απαιτεί το συμφέρον των ευρωπαϊκών λαών, είτε ότι το διευθυντήριο της Ευρώπης ανέχεται, συμβιβάζεται, η συνεργεί στο επικερδές, για τις «αγορές», αλλά καταστροφικό για τους λαούς, και τα μέλη της, «παιχνίδι» των οίκων αξιολόγησης.
3.5. Η αναθεώρηση του τρόπου διοίκησης, λειτουργίας, χάραξης πολιτικής, καθώς και του έλεγχου του Δ.Ν.Τ. και της Παγκόσμιας τράπεζας αποτελεί αίτημα πολλών σοβαρών (μικρών και μεγάλων) κρατών και αφορά το χθες, το σήμερα, το αύριο, της ελληνικής οικονομίας. Θα έπρεπε επομένως να ενδιαφέρει, κάθε ελληνικό κόμμα, το πολιτικό μας σύστημα συνολικά και να αποτελεί προτεραιότητα της Ε.Ε.
3.6. Η περίεργη σιγή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για αυτά τα θέματα, και η επίσης περίεργη «αυτονομία» της, από τα όργανα χάραξης της ευρωπαϊκής πολιτικής καταδεικνύουν το επικίνδυνο επίπεδο αδιαφάνειας που βασιλεύει στη ευρωπαϊκό και το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και το τεράστιο έλλειμμα δημοκρατίας στην Ευρώπη.
3.7. Η αντιμετώπιση τέτοιου επιπέδου προβλημάτων είναι προφανές ότι σε καμιά περίπτωση δεν διασφαλίζεται με αλλαγή αρχηγών στα κόμματα εξουσίας, ούτε με νέες διακηρυκτικές πλατφόρμες, κεντροαριστερής η κεντροδεξιάς ορολογίας και στόχευσης, ούτε ακόμη με τη συγκρότηση «αντιμνημονιακών» μετώπων από τα κόμματα μιας κατακερματισμένης αριστεράς. Δεν διασφαλίζεται με την ποιότητα, τις δομές, τη λειτουργία, την αποτελεσματικότητα, του πολιτικού μας συστήματος και των κομμάτων μας όπως λειτουργούν σήμερα.
3.8. Απαιτείται η συγκρότηση ενός εθνικού πολιτικού συστήματος, μιας εθνικής πολιτικής ηγεσίας ικανής να αξιοποιεί τις ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές της, στη δημιουργία μιας χρήσιμης εθνικά και αναπτυξιακά ενότητας διαφορών. Μια τέτοια εθνική ηγεσία, ένας τέτοιου είδους εθνικός συλλογικός νους, μπορεί αξιοποιώντας στο έπακρο τις ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές να θέτει και να υπηρετεί ελάχιστους και μέγιστους κοινά αποδεκτούς στόχους, στην εξωτερική και την εσωτερική πολιτική, να διαμορφώνει συμμαχίες (π.χ. με κοινοβούλια του ευρωπαϊκού νότου), με κοινοβούλια εντός και εκτός Ε.Ε. για πανευρωπαϊκής και παγκόσμιας σημασίας θέματα. Για θέματα που αφορούν συστράτευση λαών, εθνών και κρατών. Για λύσεις που προϋποθέτουν διακρατικές συμμαχίες με ευρύτατη κοινωνική στήριξη. Η ανασυγκρότηση του κράτους στην κατεύθυνση της ουδετερότητας απέναντι στα πολιτικά κόμματα , ο απογαλακτισμός του από τα κόμματα εξουσίας, η διαμόρφωση ενός νέου πλαισίου σχέσεων πολιτικού συστήματος και κράτους, πολιτικού συστήματος και δημοσίου τομέα, αποτελούν προϋποθέσεις αποκατάστασης των σχέσεων μεταξύ κράτους και πολίτη, ανασυγκρότησης του κράτους, εξυγίανσης της πολιτικής ζωής.
4. Η Πολιτισμική κρίση
4.1. Στην Ελλάδα: Η ανυπαρξία ενός κυρίαρχου αξιακού συστήματος, μιας ιεράρχησης αξιών, ικανής να συγκροτεί ένα κοινωνικό ήθος, ένα ήθος συμπεριφοράς, ένα κοινωνικό ήθος, ένα πολιτικό ήθος, χαρακτηρίζει και αποδιαρθρώνει, τον ιδιωτικό και δημόσιο βίο μας, τον πολιτισμό της καθημερινότητας μας. Χωρίς να «ανήκομεν» πολιτισμικά ούτε «εις την Δύσιν», ούτε στην Ανατολή, παραβρισκόμαστε, χωρίς να συμμετέχουμε ουσιαστικά, ούτε στο πολιτιστικό Ευρωπαϊκό γίγνεσθαι.
Αποξενωμένοι από τις συνιστώσες που συγκροτούσαν την πολιτισμική μας ταυτότητα, χωρίς την ικανότητα να μιας νέας δημιουργικής σύνθεσης, από την επαφή μας με την Ευρώπη και τον κόσμο, παραπαίουμε χωρίς στρατηγική πολιτισμικής επιβίωσης, χωρίς πρόταση εξόδου από την Ελληνική και Ευρωπαϊκή πολιτισμική κρίση.
4.2. Στην Ευρώπη: Το πολιτικό ευρωπαϊκό οικοδόμημα αδυνατεί να διασφαλίσει βιώσιμη ισορροπία γιατί στερείται πολιτισμικών και ηθικών θεμελίων. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, «αδυνατεί» να διαμορφώσει ένα μοντέλο ευρωπαϊκής κοινωνικής και οικονομικής συνοχής, πολλώ δε μάλλον αδυνατεί να προχωρήσει σε ένα μοντέλο ισηγορίας ισονομίας και ισοπολιτείας μεταξύ των μελών της.
4.3 Η αδυναμία της Ε.Ε. να αντιμετωπίσει την κρίση χρέους αποτελεί ένα από τα συμπτώματα της βαθύτατης πολιτισμικής της κρίσης.
4.4 Η Ευρώπη, τόσο στις ενδο-ευρωπαϊκές σχέσεις, όσο και στις διεθνείς της σχέσεις, δε στάθηκε ποτέ συνεπής απέναντι στα θεμέλια του πολιτισμού της: Δε στάθηκε συνεπής ούτε στο Διαφωτισμό, τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη δημοκρατία, ούτε απέναντι στο Χριστιανισμό της. Απέναντι και στις δύο αυτές παραδώσεις λειτούργησε και μέχρι σήμερα λειτουργεί, στο εσωτερικό της και στον «έξω κόσμο», απολύτως φαρισαϊκά. Τόσο οι ενδο-ευρωπαϊκές σχέσεις, όσο και οι διεθνείς σχέσεις των επί μέρους ευρωπαϊκών κρατών αλλά και της Ευρώπης στο σύνολό της, στηρίχθηκαν και στηρίζονται στο δίκαιο του ισχυρού.
4.5 Η εγκατάλειψη του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου και του ευρωπαϊκού μεταπολεμικού κράτους πρόνοιας, η κατάρρευση της Χριστανοδημοκρατίας, η βαθύτατη κρίση και τα διαλυτικά συμπτώματα της Σοσσιαλδημοκρατίας, η καθολική αδυναμία των κληρονόμων της παραδοσιακής αριστεράς να καταθέσουν μια πειστική πράξη και ένα νέο πειστικό λόγο, η αδυναμία του νεοφιλελευθερισμού να διασφαλίσει, όχι ένα αξιοπρεπές, αλλά ένα στοιχειώδες βιοτικό επίπεδο, αποστερεί τους ευρωπαϊκούς λαούς και από το όπιο και την υπόσχεση του καταναλωτισμού, οδηγεί την Ευρώπη σε μια περίοδο κοινωνικής αναταραχής και σύγκρουσης.
4.6 Οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, χρόνια τώρα ζυμωμένες σε έναν αντικοινωνικό καταναλωτικό ατομικισμό, αφού καταχράστηκαν και αντικοινωνικά κατασπατάλησαν τον ελεύθερο χρόνο που είχαν κατακτήσει, στο κοινωνικό κράτος, αφήνονται (χωρίς κοινωνική συνοχή, με καταρρακωμένο το ήθος συμμετοχής, με απαξιωμένους τους θεσμούς συμμετοχής, από την οικογένεια, μέχρι την εκκλησία και το κόμμα), σε ένα νέο μεσαίωνα επερχόμενης αυταρχικής διακυβέρνησης χωρίς ελπίδα, χωρίς πολιτικό και πολιτισμικό όραμα χωρίς ηγεσία ικανή ή διατεθειμένη να αγωνιστεί μαζί τους για μια διέξοδο.
4.7 Η έξοδος από την κρίση προϋποθέτει δυνάμεις πραγματικής αναγέννησης στο πολιτισμικό, το πολιτικό, το θρησκευτικό το ηθικό επίπεδο. Δυνάμεις ικανές να δώσουν ζωή στο συλλογικό-κοινωνικό και ατομικό ιδεώδες. Δυνάμεις και φορείς ικανούς να αγωνιστούν για την αποκατάσταση της αξιοπρέπειας της κοινωνίας, της πολιτικής, της πολιτείας, να αγωνιστούν για την επαναφορά της καταργηθήσης τάξης στη σχέση, αγοράς και κοινωνίας, αγοράς και πολιτικής, αγοράς και ανθρώπου, αγοράς και φύσης.
4.8. Η τραγική αποτυχία του πολικού μας συστήματος δεν επιτρέπεται να οδηγεί στην καταδίκη της πολιτικής. Ασφαλώς οι έμποροι της εξουσίας και οι επαγγελματίες της πολιτικής δεν μπορούν να μας δώσουν αυτά που μας στέρησαν. Η καταδίκη της πολιτικής δεν συνεισφέρει στην έξοδο από την κρίση, αντίθετα, υπηρετεί τον επελαύνοντα, με τεχνοκρατικό μανδύα, αυταρχισμό.
4.9. Ζητούμενο είναι η πραγματική αναγέννηση σε ολόκληρο το φάσμα της πολιτικής ζωής, είναι η μετατροπή των αρχηγικών, προσωποπαγών κομμάτων, από κόμματα οπαδών, σε κόμματα-θεσμούς, κόμματα συμμετοχής, κόμματα συμμετοχικής δημοκρατίας και όχι η αναπαλαίωση του καταρρεύσαντος πολιτικού μας συστήματος.