Άρχισε χθες (21/3) η προφορική διαδικασία της προσφυγής της ΠΓΔΜ ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης, την οποία κατέθεσε η γειτονική χώρα τον Νοέμβριο του 2008, επικαλούμενη παραβίαση της Ενδιάμεσης Συμφωνίας του 1995, λόγω της αντίρρησης της Ελλάδας στην πρόσκληση για προσχώρηση της ΠΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, στη Σύνοδο Κορυφής της Ατλαντικής Συμμαχίας, τον Απρίλιο του 2008, στο Βουκουρέστι.
Η προφορική διαδικασία θα διαρκέσει έως τις 30 Μαρτίου και θα.....
διεξαχθεί σε δύο γύρους, στη διάρκεια των οποίων τα δύο μέρη θα εκθέσουν λεπτομερώς τις θέσεις τους με νομικά επιχειρήματα.
Η Ελλάδα έχει ορίσει ως εκπροσώπους της ενώπιον του Δικαστηρίου, τον πρέσβη Γ. Σαββαΐδη και τη Νομική Σύμβουλο Α Μ. Τελαλιάν, ενώ την ΠΓΔΜ εκπροσωπούν ο υπουργός Εξωτερικών, Α. Μιλόσοσκι και ο πρέσβης, Ντιμιτρόφ.
Η νομική υποστήριξη της Ελλάδας έχει ανατεθεί στους, Τζορτζ Άμπι-Σάαμπ, επίτιμο καθηγητή του Ινστιτούτου Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Γενεύης και πρώην δικαστή στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία, Μάικλ Ράισμαν, καθηγητή του Πανεπιστημίου του Γέιλ, Τζέιμς Κρόφορντ, καθηγητή του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ κα πρώην μέλος της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, και στον Άλεν Πελέ, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Paris-X, επίσης μέλος της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Την εν λόγω ομάδα πλαισιώνουν οι διεθνολόγοι και καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών, Α. Φατούρος και Α. Σισιλιάνος, καθώς και ο πρώην εμπειρογνώμονας-πρέσβης του ΥΠΕΞ Ε. Κωφός.
Στο πλαίσιο της γραπτής διαδικασίας που προηγήθηκε, η χώρα μας έχει καταθέσει στο Δικαστήριο δύο εμπεριστατωμένα νομικά υπομνήματα, στα οποία αντικρούονται οι ισχυρισμοί της ΠΓΔΜ και τα οποία αναμένεται να δημοσιοποιηθούν με την έναρξη της προφορικής διαδικασίας.
Οι συνεδριάσεις στο πλαίσιο της προφορικής διαδικασίας θα είναι δημόσιες και θα μεταδίδονται ζωντανά μέσω της ιστοσελίδας του Δικαστηρίου www.icj-cij.org .
Το Δικαστήριο απαρτίζεται από 15 τακτικά μέλη, που έχουν εκλεγεί από τη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και δύο ad hoc δικαστές, οι οποίοι έχουν οριστεί από την Ελλάδα και την ΠΓΔΜ.
Η Ελλάδα έχει ορίσει ως ad hoc δικαστή τον ομότιμο καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ακαδημαϊκό, Εμ. Ρούκουνα.
Η απόφαση του Δικαστηρίου αναμένεται να εκδοθεί μετά από αρκετούς μήνες.
Χθες, λίγο μετά τις 6 το απόγευμα ολοκληρώθηκε, η πρώτη συνεδρίαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (ICJ) για την υπόθεση της προσφυγής της πΓΔΜ σε βάρος της χώρας μας, για παραβίαση του άρθρου 11 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας της 13ης Σεπτεμβρίου 1995.
Στη σημερινή, πρώτη, ημέρα της ακροαματικής διαδικασίας, το λόγο έλαβε, αρχικά, ο Υπουργός Εξωτερικών και επικεφαλής της αποστολής των Σκοπίων, Αντόνιο Μιλόσοσκι, ο οποίος ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι η χώρα του, από την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της, το 1991, μέχρι και σήμερα, αποτελεί παράγοντα σταθερότητας, ασφάλειας και ειρήνης στην περιοχή των Βαλκανίων, είναι μια χώρα που σέβεται το Διεθνές Δίκαιο και την αρχή της καλής γειτονίας, προστατεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα δικαιώματα των μειονοτήτων, έχει ρυθμίσει τις συνοριακές σχέσεις της με τα όμορα κράτη με ειρηνικό τρόπο και διατηρεί φιλικές σχέσεις με όλους τους γείτονές της. Ο κ. Μιλόσοσκι αναφέρθηκε συνοπτικά και στο ζήτημα της ονομασίας, αν και, όπως τόνισε κι ο ίδιος, δεν αποτελεί μέρος της ακροαματικής διαδικασίας, επισημαίνοντας ότι η μη επίλυση του ζητήματος καθυστερεί, όχι μόνο την περαιτέρω ανάπτυξη και βελτίωση των σχέσεων με την Ελλάδα, αλλά και την ένταξη της χώρας στο πλαίσιο διεθνών οργανισμών, γεγονός που δεν συμβάλει στη σταθερότητα, τόσο στο εσωτερικό της πολυπολιτισμικής πΓΔΜ, όσο και στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Μετά την υπογραφή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, η οποία αποτέλεσε την "νομική βάση για την ομαλοποίηση των σχέσεων" των δύο χωρών, τα Σκόπια, ανέφερε ο κ. Μιλόσοσκι, έχουν επιδείξει τη θέληση για την οριστική διευθέτηση του ζητήματος εντός του διαπραγματευτικού πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την αποδοχή συμβιβαστικής λύσης, που θα ετίθετο σε δημοψήφισμα, το Μάρτιο του 2008, ένα μήνα πριν την Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι.
Με την προσφυγή ενώπιον του ΔΔΧ, η πΓΔΜ, σημείωσε ο σκοπιανός ΥΠΕΞ, δεν επιδιώκει άμεσα ή έμμεσα λύση στο ζήτημα της ονομασίας, αλλά να αποδείξει ότι η συμπεριφορά της Ελλάδας στο πλαίσιο της Συνόδου του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι συνιστά παραβίαση των προβλεπόμενων στο άρθρο 11 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας και να εξασφαλίσει ότι η Ελλάδα θα τηρήσει, στο εξής, τις υποχρεώσεις της, όπως αυτές προκύπτουν από την εν λόγω Συμφωνία. Η δυνατότητα ή μη, κατέληξε ο κ. Μιλόσοσκι, της πΓΔΜ να συμμετέχει σε διεθνείς οργανισμούς δεν πρέπει να αποτελεί εργαλείο στα χέρια της Ελλάδας, με σκοπό να επιβάλει μια λύση στα μέτρα της.
Στη συνέχεια, στο βήμα ανέβηκαν, διαδοχικά, οι νομικοί σύμβουλοι της ενάγουσας, κ.κ. Philippe Sands, Sean Murphy και Pierre Klein. Ο κ. Sands, καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο University College London (UCL), σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι, για δεκατρία χρόνια, από την υπογραφή της Συμφωνίας, το Σεπτέμβριο του 1995, μέχρι τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, τον Απρίλιο του 2008, η Ενδιάμεση Συμφωνία λειτουργούσε χωρίς προβλήματα, χωρίς να προβάλει η Ελλάδα ουδεμία αντίρρηση. Στο διάστημα αυτό, η πΓΔΜ έχει γίνει μέλος σε διάφορα διεθνή όργανα, από το Συμβούλιο της Ευρώπης μέχρι, πιο πρόσφατα, το European Patent Office, χωρίς να διατυπωθεί, επίσημα, από την πλευρά της Ελλάδας, καμία ένσταση. Επίσης, η πΓΔΜ συμμετείχε (ή συμμετέχει) σε διάφορες ειρηνευτικές αποστολές, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, των Η.Ε. και της Ε.Ε., χωρίς καμία ελληνική αντίρρηση. Η Ελλάδα, υποστήριξε ο κ. Sands, πρέπει να σεβαστεί το Δίκαιο των Συνθηκών (Law of Treaties).
Η τοποθέτηση του κ. Murphy, καθηγητή Δικαίου στο George Washington University (και πρώην νομικού συμβούλου της αμερικανικής Πρεσβείας στη Χάγη), αποτελείτο από τέσσερα σημεία: πρώτον, ότι στο διάστημα 1995-2007, η πΓΔΜ προχώρησε σε όλα τα απαραίτητα βήματα προκειμένου να λάβει καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη στο ΝΑΤΟ χώρας. Για παράδειγμα, τα Σκόπια μετείχαν στα προγράμματα του ΝΑΤΟ Partnership for Peace (PfP) και Membership Action Plan (MAP), στο πλαίσιο των οποίων, μάλιστα, η χώρα αυτοαποκαλείτο με τη συνταγματική της ονομασία, χωρίς κάποια αντίρρηση από την πλευρά της Ελλάδας. Επιπλέον, η πΓΔΜ είχε δεχθεί ότι, αν δεν βρισκόταν, στο μεταξύ, κάποια λύση στο ζήτημα του ονόματος, θα εντασσόταν στο ΝΑΤΟ υπό την προσωρινή ονομασία της.
Δεύτερον: η στάση της Ελλάδας άλλαξε στο διάστημα 2007-2008, ενώ ήδη αρκετές τρίτες χώρες είχαν αναγνωρίσει την πΓΔΜ με τη συνταγματική ονομασία της. Τέλη 2007 με αρχές 2008, η Ελλάδα, ανέφερε ο κ. Murphy- παραθέτοντας δηλώσεις της τέως Υπουργού Εξωτερικών Ντ. Μπακογιάννη, αλλά και του τέως Πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή- επιδόθηκε σε μια έντονη, συστηματική καμπάνια, στον πυρήνα της οποίας βρισκόταν η θέση ότι η επίλυση του θέματος της ονομασίας αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, προκειμένου η Ελλάδα να δεχθεί την πΓΔΜ ως υποψήφια προς ένταξη στο ΝΑΤΟ χώρα.
Τρίτον, δεν υπάρχουν καθόλου στοιχεία που να συνηγορούν στο ότι η αντίρρηση της Ελλάδας, στο πλαίσιο της συζήτησης για την υποψηφιότητα της πΓΔΜ, πριν, αλλά και κατά τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, σχετιζόταν με τον φόβο ότι, τελικά, τα Σκόπια θα πετύχαιναν την επικράτηση της χρήσης της συνταγματικής ονομασίας στο πλαίσιο της Συμμαχίας.
Τέταρτον, ο κ. Murphy αμφισβήτησε το επιχείρημα της Ελλάδας που σχετίζεται με την διαδικασία λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ (ότι, δηλαδή, η Ελλάδα ουσιαστικά δεν άσκησε βέτο, αφού η λήψη των αποφάσεων είναι ομόφωνη, δεν υπάρχει ψηφοφορία και δεν προβλέπεται επίσημη διαδικασία βέτο), αναφέροντας ότι η λήψη μιας τέτοιας (ομόφωνης) απόφασης προϋποθέτει ότι δε θα εκφραστεί αντίρρηση από οποιοδήποτε κράτος-μέλος. Επιπλέον, ο κ. Murphy αμφισβήτησε και την άποψη ότι το ΝΑΤΟ θα είχε απορρίψει, ούτως ή άλλως και ανεξάρτητα από τις ελληνικές ενστάσεις, την υποψηφιότητα των Σκοπίων, αναφέροντας ότι ποτέ, μέχρι τη Σύνοδο του Βουκουρεστίου, το ΝΑΤΟ δεν είχε λόγο να θεωρεί την επίλυση της διαφωνίας για το όνομα ως sine qua non για την υποψηφιότητα της πΓΔΜ.
Τέλος, ο κ. Pierre Klein, καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο Université Libre de Bruxelles, ασχολήθηκε με το ζήτημα της δικαιοδοσίας (ή μη) του Δικαστηρίου, σημειώνοντας ότι η πΓΔΜ δε ζητά από το Δικαστήριο να κρίνει το τελικό αποτέλεσμα, την τελική απόφαση της Συνόδου του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι.
Το ζήτημα της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου και η επιχειρηματολογία από την πλευρά των Σκοπίων επ’ αυτού θα αναπτυχθεί περαιτέρω, κατά την σημερινή συνεδρίαση του Δικαστηρίου..
Η προφορική διαδικασία θα διαρκέσει έως τις 30 Μαρτίου και θα.....
διεξαχθεί σε δύο γύρους, στη διάρκεια των οποίων τα δύο μέρη θα εκθέσουν λεπτομερώς τις θέσεις τους με νομικά επιχειρήματα.
Η Ελλάδα έχει ορίσει ως εκπροσώπους της ενώπιον του Δικαστηρίου, τον πρέσβη Γ. Σαββαΐδη και τη Νομική Σύμβουλο Α Μ. Τελαλιάν, ενώ την ΠΓΔΜ εκπροσωπούν ο υπουργός Εξωτερικών, Α. Μιλόσοσκι και ο πρέσβης, Ντιμιτρόφ.
Η νομική υποστήριξη της Ελλάδας έχει ανατεθεί στους, Τζορτζ Άμπι-Σάαμπ, επίτιμο καθηγητή του Ινστιτούτου Διεθνών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Γενεύης και πρώην δικαστή στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο για την πρώην Γιουγκοσλαβία, Μάικλ Ράισμαν, καθηγητή του Πανεπιστημίου του Γέιλ, Τζέιμς Κρόφορντ, καθηγητή του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ κα πρώην μέλος της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, και στον Άλεν Πελέ, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Paris-X, επίσης μέλος της Επιτροπής Διεθνούς Δικαίου του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών. Την εν λόγω ομάδα πλαισιώνουν οι διεθνολόγοι και καθηγητές του Πανεπιστημίου Αθηνών, Α. Φατούρος και Α. Σισιλιάνος, καθώς και ο πρώην εμπειρογνώμονας-πρέσβης του ΥΠΕΞ Ε. Κωφός.
Στο πλαίσιο της γραπτής διαδικασίας που προηγήθηκε, η χώρα μας έχει καταθέσει στο Δικαστήριο δύο εμπεριστατωμένα νομικά υπομνήματα, στα οποία αντικρούονται οι ισχυρισμοί της ΠΓΔΜ και τα οποία αναμένεται να δημοσιοποιηθούν με την έναρξη της προφορικής διαδικασίας.
Οι συνεδριάσεις στο πλαίσιο της προφορικής διαδικασίας θα είναι δημόσιες και θα μεταδίδονται ζωντανά μέσω της ιστοσελίδας του Δικαστηρίου www.icj-cij.org .
Το Δικαστήριο απαρτίζεται από 15 τακτικά μέλη, που έχουν εκλεγεί από τη Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και δύο ad hoc δικαστές, οι οποίοι έχουν οριστεί από την Ελλάδα και την ΠΓΔΜ.
Η Ελλάδα έχει ορίσει ως ad hoc δικαστή τον ομότιμο καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών και Ακαδημαϊκό, Εμ. Ρούκουνα.
Η απόφαση του Δικαστηρίου αναμένεται να εκδοθεί μετά από αρκετούς μήνες.
Χθες, λίγο μετά τις 6 το απόγευμα ολοκληρώθηκε, η πρώτη συνεδρίαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης (ICJ) για την υπόθεση της προσφυγής της πΓΔΜ σε βάρος της χώρας μας, για παραβίαση του άρθρου 11 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας της 13ης Σεπτεμβρίου 1995.
Στη σημερινή, πρώτη, ημέρα της ακροαματικής διαδικασίας, το λόγο έλαβε, αρχικά, ο Υπουργός Εξωτερικών και επικεφαλής της αποστολής των Σκοπίων, Αντόνιο Μιλόσοσκι, ο οποίος ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι η χώρα του, από την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της, το 1991, μέχρι και σήμερα, αποτελεί παράγοντα σταθερότητας, ασφάλειας και ειρήνης στην περιοχή των Βαλκανίων, είναι μια χώρα που σέβεται το Διεθνές Δίκαιο και την αρχή της καλής γειτονίας, προστατεύει τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα δικαιώματα των μειονοτήτων, έχει ρυθμίσει τις συνοριακές σχέσεις της με τα όμορα κράτη με ειρηνικό τρόπο και διατηρεί φιλικές σχέσεις με όλους τους γείτονές της. Ο κ. Μιλόσοσκι αναφέρθηκε συνοπτικά και στο ζήτημα της ονομασίας, αν και, όπως τόνισε κι ο ίδιος, δεν αποτελεί μέρος της ακροαματικής διαδικασίας, επισημαίνοντας ότι η μη επίλυση του ζητήματος καθυστερεί, όχι μόνο την περαιτέρω ανάπτυξη και βελτίωση των σχέσεων με την Ελλάδα, αλλά και την ένταξη της χώρας στο πλαίσιο διεθνών οργανισμών, γεγονός που δεν συμβάλει στη σταθερότητα, τόσο στο εσωτερικό της πολυπολιτισμικής πΓΔΜ, όσο και στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων. Μετά την υπογραφή της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, η οποία αποτέλεσε την "νομική βάση για την ομαλοποίηση των σχέσεων" των δύο χωρών, τα Σκόπια, ανέφερε ο κ. Μιλόσοσκι, έχουν επιδείξει τη θέληση για την οριστική διευθέτηση του ζητήματος εντός του διαπραγματευτικού πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την αποδοχή συμβιβαστικής λύσης, που θα ετίθετο σε δημοψήφισμα, το Μάρτιο του 2008, ένα μήνα πριν την Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι.
Με την προσφυγή ενώπιον του ΔΔΧ, η πΓΔΜ, σημείωσε ο σκοπιανός ΥΠΕΞ, δεν επιδιώκει άμεσα ή έμμεσα λύση στο ζήτημα της ονομασίας, αλλά να αποδείξει ότι η συμπεριφορά της Ελλάδας στο πλαίσιο της Συνόδου του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι συνιστά παραβίαση των προβλεπόμενων στο άρθρο 11 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας και να εξασφαλίσει ότι η Ελλάδα θα τηρήσει, στο εξής, τις υποχρεώσεις της, όπως αυτές προκύπτουν από την εν λόγω Συμφωνία. Η δυνατότητα ή μη, κατέληξε ο κ. Μιλόσοσκι, της πΓΔΜ να συμμετέχει σε διεθνείς οργανισμούς δεν πρέπει να αποτελεί εργαλείο στα χέρια της Ελλάδας, με σκοπό να επιβάλει μια λύση στα μέτρα της.
Στη συνέχεια, στο βήμα ανέβηκαν, διαδοχικά, οι νομικοί σύμβουλοι της ενάγουσας, κ.κ. Philippe Sands, Sean Murphy και Pierre Klein. Ο κ. Sands, καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο University College London (UCL), σημείωσε, μεταξύ άλλων, ότι, για δεκατρία χρόνια, από την υπογραφή της Συμφωνίας, το Σεπτέμβριο του 1995, μέχρι τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, τον Απρίλιο του 2008, η Ενδιάμεση Συμφωνία λειτουργούσε χωρίς προβλήματα, χωρίς να προβάλει η Ελλάδα ουδεμία αντίρρηση. Στο διάστημα αυτό, η πΓΔΜ έχει γίνει μέλος σε διάφορα διεθνή όργανα, από το Συμβούλιο της Ευρώπης μέχρι, πιο πρόσφατα, το European Patent Office, χωρίς να διατυπωθεί, επίσημα, από την πλευρά της Ελλάδας, καμία ένσταση. Επίσης, η πΓΔΜ συμμετείχε (ή συμμετέχει) σε διάφορες ειρηνευτικές αποστολές, στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, των Η.Ε. και της Ε.Ε., χωρίς καμία ελληνική αντίρρηση. Η Ελλάδα, υποστήριξε ο κ. Sands, πρέπει να σεβαστεί το Δίκαιο των Συνθηκών (Law of Treaties).
Η τοποθέτηση του κ. Murphy, καθηγητή Δικαίου στο George Washington University (και πρώην νομικού συμβούλου της αμερικανικής Πρεσβείας στη Χάγη), αποτελείτο από τέσσερα σημεία: πρώτον, ότι στο διάστημα 1995-2007, η πΓΔΜ προχώρησε σε όλα τα απαραίτητα βήματα προκειμένου να λάβει καθεστώς υποψήφιας προς ένταξη στο ΝΑΤΟ χώρας. Για παράδειγμα, τα Σκόπια μετείχαν στα προγράμματα του ΝΑΤΟ Partnership for Peace (PfP) και Membership Action Plan (MAP), στο πλαίσιο των οποίων, μάλιστα, η χώρα αυτοαποκαλείτο με τη συνταγματική της ονομασία, χωρίς κάποια αντίρρηση από την πλευρά της Ελλάδας. Επιπλέον, η πΓΔΜ είχε δεχθεί ότι, αν δεν βρισκόταν, στο μεταξύ, κάποια λύση στο ζήτημα του ονόματος, θα εντασσόταν στο ΝΑΤΟ υπό την προσωρινή ονομασία της.
Δεύτερον: η στάση της Ελλάδας άλλαξε στο διάστημα 2007-2008, ενώ ήδη αρκετές τρίτες χώρες είχαν αναγνωρίσει την πΓΔΜ με τη συνταγματική ονομασία της. Τέλη 2007 με αρχές 2008, η Ελλάδα, ανέφερε ο κ. Murphy- παραθέτοντας δηλώσεις της τέως Υπουργού Εξωτερικών Ντ. Μπακογιάννη, αλλά και του τέως Πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή- επιδόθηκε σε μια έντονη, συστηματική καμπάνια, στον πυρήνα της οποίας βρισκόταν η θέση ότι η επίλυση του θέματος της ονομασίας αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση, προκειμένου η Ελλάδα να δεχθεί την πΓΔΜ ως υποψήφια προς ένταξη στο ΝΑΤΟ χώρα.
Τρίτον, δεν υπάρχουν καθόλου στοιχεία που να συνηγορούν στο ότι η αντίρρηση της Ελλάδας, στο πλαίσιο της συζήτησης για την υποψηφιότητα της πΓΔΜ, πριν, αλλά και κατά τη Σύνοδο του ΝΑΤΟ, σχετιζόταν με τον φόβο ότι, τελικά, τα Σκόπια θα πετύχαιναν την επικράτηση της χρήσης της συνταγματικής ονομασίας στο πλαίσιο της Συμμαχίας.
Τέταρτον, ο κ. Murphy αμφισβήτησε το επιχείρημα της Ελλάδας που σχετίζεται με την διαδικασία λήψης αποφάσεων στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ (ότι, δηλαδή, η Ελλάδα ουσιαστικά δεν άσκησε βέτο, αφού η λήψη των αποφάσεων είναι ομόφωνη, δεν υπάρχει ψηφοφορία και δεν προβλέπεται επίσημη διαδικασία βέτο), αναφέροντας ότι η λήψη μιας τέτοιας (ομόφωνης) απόφασης προϋποθέτει ότι δε θα εκφραστεί αντίρρηση από οποιοδήποτε κράτος-μέλος. Επιπλέον, ο κ. Murphy αμφισβήτησε και την άποψη ότι το ΝΑΤΟ θα είχε απορρίψει, ούτως ή άλλως και ανεξάρτητα από τις ελληνικές ενστάσεις, την υποψηφιότητα των Σκοπίων, αναφέροντας ότι ποτέ, μέχρι τη Σύνοδο του Βουκουρεστίου, το ΝΑΤΟ δεν είχε λόγο να θεωρεί την επίλυση της διαφωνίας για το όνομα ως sine qua non για την υποψηφιότητα της πΓΔΜ.
Τέλος, ο κ. Pierre Klein, καθηγητής Διεθνούς Δικαίου στο Université Libre de Bruxelles, ασχολήθηκε με το ζήτημα της δικαιοδοσίας (ή μη) του Δικαστηρίου, σημειώνοντας ότι η πΓΔΜ δε ζητά από το Δικαστήριο να κρίνει το τελικό αποτέλεσμα, την τελική απόφαση της Συνόδου του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι.
Το ζήτημα της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου και η επιχειρηματολογία από την πλευρά των Σκοπίων επ’ αυτού θα αναπτυχθεί περαιτέρω, κατά την σημερινή συνεδρίαση του Δικαστηρίου..