Ο Ελληνικός τουρισμός, αυτό που αποκαλούμε η τουριστική μας βιομηχανία, δεν μπορεί, αν επιθυμούμε να είναι ανταγωνιστικός, να στηρίζεται επίμονα και μονοδιάστατα στην χρηματοδότηση και επιδότηση μόνο των καλών ξενοδοχειακών υπηρεσιών.
Είναι μια....
λάθος μονοδιάστατη πολιτική που ακολουθήσαμε και ακόμα ακολουθούμε. Δεν αρκούν μόνο τα καλά ξενοδοχεία με “all inclusive”, τα οποία γίνονται και αντικείμενο εκμετάλλευσης, τις περισσότερες των περιπτώσεων, από τους διεθνείς tour operators, με μικρή σχετικά παραγόμενη υπεραξία για την Ελληνική οικονομία και κοινωνία, που τελικά χρηματοδοτεί και επιδοτεί αυτή την επιχειρηματική δραστηριότητα.
Χρειάζονται τα “καλά” ξενοδοχεία, όχι όμως εν μέσω ενός “ερημοποιημένου” επιχειρηματικά, πολιτιστικά και σε επίπεδο υποδομών τοπικού περιβάλλοντος. Δεν πρέπει να βασιζόμαστε μόνο σε τουριστικές ξενοδοχειακού τύπου ΟΑΣΕΙΣ. Πρέπει να υπάρχει διάχυση του τουριστικού εισοδήματος όσο δυνατόν ευρύτερα, ώστε να υπάρχει και “πέριξ” του καλού ξενοδοχείου ανάπτυξη. Ο επισκέπτης πρέπει να έχει την δυνατότητα της επιλογής για το εισόδημα που θα καταναλώσει, εντός ή εκτός ξενοδοχείου. Και αυτή η επιλογή φαλκιδεύεται, με την τακτική του “all inclusive”.
Γι αυτό θεωρούμε ότι είναι σημαντική πολιτικά και οικονομικά η πρωτοβουλία του Υφυπουργού Πολιτισμού και Τουρισμού, για μια επιπλέον μοριοδότηση των αναπτυξιακών σχεδίων των ξενοδοχείων, που δεσμεύονται για μια πενταετία να λειτουργούν χωρίς υπηρεσίες “all inclusive”. Χωρίς δηλαδή αποκλεισμούς, αλλά με πριμοδότηση. Κάτι που γίνεται και σε άλλες επιχειρηματικές δραστηριότητες που χρηματοδοτούνται με τους αναπτυξιακούς νόμους. Τα χρήματα των επιδοτήσεων προέρχονται από όλους τους φορολογούμενους πολίτες και πρέπει να υπηρετούν ορισμένους στόχους, που θέτει η πολιτεία, ώστε να υπάρχει η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ανταπόδοση και οικονομική διάχυση του αποτελέσματος.