Πέμπτη 22 Απριλίου 2010

Η Εισήγηση του Χ. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ στη συζήτηση του νομοσχεδίου «Κύρωση του Κώδικα Νόμων για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων» που έγινε στην Διαρκή Κοινοβουλευτική επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ(Ειδικός Αγορητής του Κ.Κ.Ε.): Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, το Κ.Κ.Ε. θεωρεί ότι καμία κωδικοποίηση νομοθετικών διατάξεων, που αφορούν την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων στους χώρους εργασίας, δεν μπορεί να κρύψει, πολλώ δε μάλλον, να ωραιοποιήσει την απαράδεκτη όσο και τραγική κατάσταση, που αφορά σε αυτό το θέμα. Δεν μπορεί να κρύψει τον φόρο...
αίματος, που καταβάλλουν κάθε χρόνο εργαζόμενοι στους χώρους δουλειάς, τον τεράστιο αριθμό εργατικών «ατυχημάτων», που εμείς θεωρούμε ότι, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, πρόκειται για εργοδοτικά εγκλήματα, που καλύπτονται από την εκάστοτε κυβέρνηση, ατυχήματα με εκατοντάδες νεκρούς εργάτες και ένα τεράστιο αριθμό αναπήρων. Τέλος, δεν μπορεί να κρύψει τις επαγγελματικές ασθένειες, που στις περισσότερες φορές διαλάθουν ως κοινές ασθένειες.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, παρά την σκόπιμα ελλιπή καταγραφή όλων αυτών, είναι ενδεικτικό ότι τα θανατηφόρα εργατικά ατυχήματα ξεπερνούν τα 100 κάθε χρόνο - 113 το 2009. Συνολικά από το 2000 έως το 2009, 1349 εργάτες έχασαν τη ζωή τους στο βωμό της εργοδοτικής κερδοφορίας, ενώ τα μη θανατηφόρα «ατυχήματα», που δηλώθηκαν μόνο στο ΣΕΠΕ, το 2009 έφταναν τις 6380. Αρκεί εδώ να πούμε ότι στο Ι.Κ.Α. δηλώθηκε διπλάσιος από τον προαναφερόμενο αριθμό και άρα, ουσιαστικά, αυτοί οι αριθμοί είναι ενδεικτικοί.
Αυτά είναι ορισμένα από τα αποτελέσματα της πολιτικής υπέρ του κεφαλαίου, τα οποία δεν μπορούν να κρυφτούν πίσω από καμία επανακωδικοποίηση των υφιστάμενων νομοθετικών διατάξεων. Η πραγματικότητα είναι ότι από τη στιγμή που η εργατική δύναμη είναι εμπόρευμα, που αγοράζεται και πουλιέται, που ενοικιάζεται και δανείζεται, που την εκμεταλλεύεται ο κεφαλαιοκράτης για να πάρει το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος από την υπεραξία που παράγει, τα μέτρα προστασίας της υγείας και ασφάλειας του εργαζόμενου αποτελούν κόστος για τον εργοδότη. Οι καπιταλιστές και το κράτος τους παίρνουν εκείνα τα μέτρα, που έχουν σαν κριτήριο τη διατήρηση της υψηλής τους κερδοφορίας. Ο κανόνας και όχι η εξαίρεση είναι ακόμα και τα όποια μέτρα προβλέπονται συστηματικά να παραβιάζονται.
Αυτός ο φόρος αίματος αποδεικνύει την ουσιαστική απουσία μέτρων υγείας και ασφάλειας στους χώρους εργασίας, τη συνεχή επιδείνωση των όρων και συνθηκών εργασίας των εργαζομένων, την ένταση της εκμετάλλευσης στο βωμό της αύξησης της κερδοφορίας των επιχειρήσεων και της ανταγωνιστικότητας. Αυτή είναι η αγορά και οι νόμοι της, αυτήν υπηρετούν τα κόμματα του κεφαλαίου και της Ε.Ε..
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σήμερα, στο πλαίσιο των μέτρων που απαιτεί το κεφάλαιο, στο όνομα της καπιταλιστικής κρίσης, του δημόσιου ελλείμματος και του χρέους, διευρύνεται η προσπάθεια συμπίεσης του μη μισθολογικού κόστους εργασίας, που περιλαμβάνει και τα μέτρα υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων στους χώρους εργασίας. Τα μέτρα διευθέτησης - ελαστικοποίησης χρόνου εργασίας, η διεύρυνση των ελαστικών σχέσεων εργασίας, η προσπάθεια αποχαρακτηρισμού, ουσιαστικά κατάργησης των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων, η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, οι μειώσεις προσωπικού, η εντατικοποίηση της εργασίας, η προώθηση της κινητικότητας των εργαζομένων, η παράδοση όλων και περισσότερων εργασιών σε εργολάβους και εργολαβικά γραφεία, η ανεργία, αποτελούν αντεργατικά μέτρα και αποτελέσματα της αντιλαϊκής πολιτικής, που επίσης κατοχυρώνονται με νόμους, που είτε αυτή κωδικοποιούνται είτε όχι, οδηγούν στην ουσιαστική επιδείνωση των όρων προστασίας της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είναι γνωστό ότι στη χώρα μας δεν εφαρμόζεται ούτε καν η υπάρχουσα νομοθεσία. Στην κατεύθυνση απενοχοποίησης της εργοδοσίας λειτουργεί και η απουσία δημοσίων οικοδομών υποστήριξης της σχετικής δραστηριότητας πρόληψης του επαγγελματικού κινδύνου, καθώς και η παράδοση των υπηρεσιών υγείας, υγιεινής και ασφάλειας στην εργασία στις ιδιωτικές ΕΞ.Υ.Π.Π., όπως και η προσπάθεια μετατόπισης της εργοδοτικής ευθύνης για την υγεία, ασφάλεια στους χώρους εργασίας στις πλάτες των τεχνικών ασφαλείας, μετά από εργατικό ατύχημα και άλλα. Η έλλειψη προσωπικού και υποδομών στην επιθεώρηση εργασίας συμβάλλει στη στόχευση αυτή.
Η έλλειψη προσωπικού και υποδομών στην Επιθεώρηση Εργασίας συμβάλλει στη στόχευση αυτή. Επιπλέον, στο υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο που κωδικοποιείται, υπάρχουν και μια σειρά ασάφειες, κενά και ελλείψεις που συμβάλλουν επιπρόσθετα στην κατεύθυνση της μη ουσιαστικής εφαρμογής των μέτρων υγείας και ασφάλειας στους χώρους της δουλειάς. Οι όποιες αλλαγές προωθούνται από την Ε.Ε., στο όνομα της απλοποίησης της νομοθεσίας για την υγεία και ασφάλεια στους χώρους εργασίας, της ευέλικτης εφαρμογής της και της μείωσης του διοικητικού φόρτου των επιχειρήσεων, οδηγούν σε παραπέρα εκπτώσεις και επιδείνωση των όρων προστασίας των εργαζομένων προς όφελος των επιχειρήσεων. Για παράδειγμα, μη υποχρεωτική μέτρηση παραγόντων κινδύνου, αλλαγή ορίων έκθεσης στο θόρυβο κ.α.
Είναι φανερό, ότι το πρόβλημα δεν είναι ούτε τεχνοκρατικό, ούτε νομικό. Είναι πολιτικό και αφορά στη συνεχή και καθημερινή επιδείνωση των συνθηκών εργασίας και των όρων προστασίας της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων , με κριτήριο την διασφάλιση της κερδοφορίας του κεφαλαίου. Εδώ πρέπει να τονίσουμε, ότι οι όποιες θετικές αναφορές υπάρχουν στη νομοθεσία, για την προστασία της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων, η τεχνική και επιστημονική μεθοδολογία προσέγγισης των ζητημάτων, με τρήσεις παραγόντων κινδύνου, οριακές τιμές έκθεσης, ιατρική επίβλεψη, εκπαίδευση εργαζομένων, ακυρώνονται και μετατρέπονται σε μη εφαρμόσιμες, με αιτία το συνεχώς μεταβαλλόμενο και ανασφαλές περιβάλλον εργασίας που δημιουργούν οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις.
Ολόκληρο το οικοδόμημα της πρόληψης του επαγγελματικού κινδύνου που υπάρχει ως σήμερα παγκοσμίως, ακυρώνεται και καταρρέει στην πράξη από τις προωθούμενες αντεργατικές επιλογές στις εργασιακές σχέσεις, στο ασφαλιστικό, στον τομέα της υγείας και πρόνοιας. Σε αυτή τη βάση, θεωρούμε, ότι η ουσιαστική τοποθέτηση είναι πάνω στην αρνητική πραγματικότητα που βιώνουν στην πράξη οι εργαζόμενοι, πολλές φορές και με την ίδια τους τη ζωή. Η κωδικοποίηση της υπάρχουσας νομοθεσίας μπορεί να βοηθάει τους νομικούς και την ευελιξία του αστικού κράτους, όμως δεν είναι αυτό που θα γλιτώσει τους εργαζόμενους από το «σακάτεμα» στους χώρους δουλειάς.
Η κωδικοποίηση δεν αντιμετωπίζει ούτε καν τα υπαρκτά ζητήματα αντιφάσεων της υπάρχουσας νομοθεσίας, δεν διευκολύνει τη συνδυασμένη προσέγγιση εφαρμογή και έλεγχο των κανονισμών και νομοθετημάτων, ενώ απουσιάζουν και προβλέψεις που εντάσσονται σε αυτή. Ενδεικτικά αναφέρουμε: απουσιάζουν σημαντικές διατάξεις, όπως για παράδειγμα, οι προβλέψεις για τα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα, οι προβλέψεις για τη ναυπηγοεπισκευαστική δραστηριότητα και τα τεχνικά έργα. Δεν αντιμετωπίζεται η μετατόπιση της εργοδοτικής ευθύνης στους τεχνικούς ασφαλείας που, αν και με βάση τη νομοθεσία έχουν συμβουλευτικές αρμοδιότητες, στην πράξη «σύρονται» στα δικαστήρια μετά από εργατικό ατύχημα , με αξιοποίηση των άρθρων περί αμέλειας, του αστικού κώδικα.
Αντίστοιχα, δεν αντιμετωπίζεται το πρόβλημα της μετατόπισης της εργοδοτικής ευθύνης στον επιβλέποντα μηχανικό στα τεχνικά έργα και στον τεχνικό ασφάλειας στις ναυπηγοεπισκευαστικές εργασίες, μέσω συγκεκριμένων προβλέψεων τις σχετικής νομοθεσίας. Δεν αντιμετωπίζονται ασάφειες και κενά της νομοθεσίας, όπως για παράδειγμα η μη καθιέρωση σαφούς πλαισίου για τη μεθοδολογία εκτίμησης του επαγγελματικού κινδύνου, ή τη δυνατότητα εφαρμογής των υπαρχόντων οριακών τιμώ έκθεσης για μια σειρά παράγοντες, αφού με την ελαστικοποίηση- διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου καταργείται η βάση καθιέρωσης τους, που είναι το 8ωρο κ.λπ.
Συντηρεί και διαιωνίζει ακόμα και μεταβατικές διατάξεις, για την άσκηση καθηκόντων γιατρού εργασίας, από ανειδίκευτους γιατρούς ή γιατρούς άλλων ειδικοτήτων, αποκρύπτοντας έτσι, την κατάφορη παραβίαση διατάξεων της νομοθεσίας που έρχεται μνα κωδικοποιήσει. Αυθαίρετα περιορίζει τον όρο της υγιεινής στην ατομική υγιεινή των εργαζομένων, προσπαθώντας έτσι να αποκρύψει εργοδοτικές ευθύνες, για τη διασφάλιση της υγιεινής των χώρων εργασίας, είτε αυτό αφορά στη βιομηχανική υγιεινή, είτε αυτό αφορά στους χώρους σίτισης, υγιεινής ή στη διασφάλιση των όρων για την ατομική υγιεινή των εργαζομένων.
Αντίθετα, συντηρείται και διαιωνίζεται η πολιτική υποβάθμισης των παρεχόμενων επιστημονικών υπηρεσιών για την προστασία της υγείας και ασφάλειας στην εργασία. Διαιωνίζεται η λειτουργία των ΕΞΥΠΠ, αρκεί να σας πω εδώ, κύριε Πρόεδρε, ότι τα νοσοκομεία όπου είναι μονάδες, κατεξοχήν για να παρέχουν υγεία, σε ΕΞΥΠΠ προσφεύγουν για το προσωπικό τους, όπως και όλα τα Υπουργεία. Διαιωνίζεται η ανυπαρξία κρατικών δομών και υπηρεσιών ιατρικής της εργασίας, πρόληψης και αντιμετώπισης του επαγγελματικού κινδύνου, η ανυπαρξία κρατικού σώματος γιατρών εργασίας και τεχνικών ασφαλείας, η ελλειπής εκπαίδευση των τεχνικών ασφαλείας, η κατηγοριοποίηση επικινδυνότητας με κριτήριο το είδος της οικονομικής δραστηριότητας και όχι την πραγματική εκτίμηση της επικινδυνότητας, ανά χώρο.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η συζήτηση για την κωδικοποίηση ή ακόμη και την αλλαγή της νομοθεσίας, χωρίς να αντιμετωπίζονται τα πραγματικά προβλήματα που έχουν οδηγήσει στην σημερινή κατάσταση, δεν συμβάλλει στην προστασία της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων και συγκαλύπτει τον πολιτικό χαρακτήρα του προβλήματος.
Συνοψίζοντας, εμείς ψηφίζουμε, δηλαδή το Κ.Κ.Ε. , ψηφίζει κατά στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο, γιατί θεωρούμε ότι η ουσία της πρόληψης και αντιμετώπισης του επαγγελματικού κινδύνου, βρίσκεται στον αντίποδα της πολιτικής που ακολουθούν οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ που ακολούθησα όλα τα προηγούμενα χρόνια, στον αντίποδα των κατευθύνσεων της Ε.Ε., για τις εργασιακές σχέσεις, το ασφαλιστικό και την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων ειδικότερα.
Έχουμε εκφράσει, στο παρελθόν, τις θέσεις μας για την υγιεινή και ασφάλεια των εργαζομένων και έχουμε κάνει, μάλιστα, και επερώτηση ειδική γι’ αυτό και βέβαια για τα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα . Θεωρούμε, ότι η πραγματική και ουσιαστική προστασία της υγείας και ασφάλειας των εργαζομένων στους χώρους δουλειάς, μπορεί να επιτευχθεί, σε τελευταία ανάλυσης, σε μια άλλη οικονομία, με κοινωνικοποιημένα τα μέσα παραγωγής και κεντρικό σχεδιασμό και εργατικό έλεγχο.