Αρθρο του Δημήτρη Καρύδη
Μπήκαμε στην τελική ευθεία και αμέσως μετά τις γιορτές θα ξεκινήσει ένας αγώνας δρόμου για τις εκλογές της αυτοδιοίκησης. Η κυβέρνηση σκοπεύει οι αυτοδιοικητικές εκλογές του 2010 να διεξαχθούν μέσα σε νέες πρωτόγνωρες συνθήκες. Θα φέρει στη Βουλή προς ψήφιση νόμο με τον οποίο θα καταργείται το 42%, θα μειώνεται ο αριθμός των δήμων και θα καθιερώνεται το αιρετό περιφερειακό συμβούλιο και ο αιρετός περιφερειάρχης.
Απέναντι στην ετοιμότητα της κυβέρνησης να τηρήσει τις υποσχέσεις της, η τοπική αυτοδιοίκηση εμφανίζεται..............
ανέτοιμη και σχετικά απρόθυμη να δεχθεί τις αλλαγές. Κι αυτό διότι πολλοί εκ των δημάρχων και των δημοτικών συμβούλων θα χάσουν την εξουσία που είχαν, θα χάσουν την επί σειρά ετών πρωτοκαθεδρία «στον τόπο τους», πολλοί «παράγοντες» θα δουν το ρόλο τους να περιορίζεται.
Επίσης, συστήματα εξουσίας, που οικοδομήθηκαν στη βάση της διαχείρισης της πολιτικής αλλά και της οικονομικής εξουσίας, θα δουν «παίκτες» τους να βγαίνουν εκτός παιχνιδιού, υπόγειες συμφωνίες θα είναι πολύ δύσκολο έως ανέφικτο πλέον να δρομολογηθούν, στα μεγάλα πληθυσμιακά κριτήρια που θα διαμορώσει και θα επιβάλει ο νέος νόμος, τα μικρά υποσυστήματα- που διαμορφώθηκαν στην Κέρκυρα κατά τη δεκαετία του 90 με τους γνωστούς όρους- θα διαδραματίζουν μικρό ρόλο καθώς η ισχύς των πολιτών θα ενισχυθεί, η ψήφος δε θα είναι «ελεγχόμενη» και «κατευθυνόμενη», οι πολίτες θα απελευθερωθούν από «υποχρεώσεις».
Ενας καινούριος άνεμος θα πνεύσει σε κάθε νομό της χώρας.
Αυτόν τον άνεμο του καινούριου, οι δήμαρχοι και τα εξαπτέρυγά τους φαίνεται ότι δεν τον πολυθέλουν. Είναι ανέτοιμοι να διαμορφώσουν πρόταση για το νησί, αυτοί οι οποίοι ότι κέρδιζαν τις εκλογές «για το καλό του τόπου». Είναι ανέτοιμοι να δεχθούν κάτι πέραν του Δήμου Παξών και των τριών κοινοτήτων των Διαποντίων Νήσων. Δεν μπορούν να προτείνουν δύο ή τρία σχέδια για τη νέα γεωγραφία των δήμων.
Οι χθεσινοί «οραματιστές» μοιάζουν να έχουν ξεμείνει από «οράματα». Το σχέδιο του Ινστιτούτου Τοπικής Αυτοδιοίκησης δεν τους ικανοποιεί. Δικό τους σχέδιο δεν έχουν. Επιστρατεύεται τώρα ο «διάλογος» στην ΚΕΔΚΕ, δηλαδή ένας διάλογος χωρίς το λαό. Επιστρατεύεται το επιχείρημα της «έλλειψης συνεννόησης» μεταξύ κράτους και αυτοδιοίκησης, μεγαλώνοντας το προηγούμενο πολιτικό ζήτημα. Κι αυτό για να εμφανιστούν οι ίδιοι ως οι φερέγγυοι εκπρόσωποι του λαού σε μία τέτοια συζήτηση….
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι «αναπτύσσεται διάλογος» στην ΤΕΔΚ και στην Ολομέλεια των Δημάρχων, όπως δεν είναι τυχαίο που κάθε ένας εκ των δημάρχων έχει στο νου του μία δική του γεωγραφία, που, επίσης όλως τυχαίως, του εξασφαλίζει τη «νίκη» στις εκλογές.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο της «πραγματικότητας» υπάρχουν και εκείνοι που «ξεβράστηκαν» τελικά από το χρόνο και τις εξελίξεις και οι οποίοι βλέποντας το νέο θεσμικό πλαίσιο να έρχεται αισθάνονται ότι ήρθε η ώρα της προσωπικής τους δικαίωσης. Αισθάνονται δηλαδή ότι μπορούν να πάρουν μέρος στις εξελίξεις και να αποκτήσουν ρόλο, αφού όταν επεχείρησαν το άλμα από την αυτοδιοίκηση στο κράτος, αυτό απέτυχε, τώρα, έχουν την ευκαιρία να κάνουν ένα «νέο» βήμα, μία «καινούρια» προσπάθεια, με ένα νέο θεσμικό πλαίσιο.
Όλα αυτά βέβαια θα λυθούν όταν με το καλό ληφθούν οι τελικές αποφάσεις. Και αυτές θα ληφθούν σύντομα και ταυτόχρονα αργά. Η κυβέρνηση δεν επείγεται. Ταυτόχρονα δεν μπορεί να πάει και κόντρα σε όσα έχει προτείνει ως αξίες. Το ζήτημα είναι να βρεθεί η «χρυσή τομή» που θα βολέψει συμφέροντα και καριέρες ή να γίνει με επιτυχία μία δεύτερη (και πιθανόν τελευταία) μεταρρύθμιση του κράτους;