Πέμπτη 15 Οκτωβρίου 2009

Ο νέος Πρόεδρος της Βουλής


Νέος Πρόεδρος της Βουλής εξελέγη ο Βουλευτής του Νομού Καστοριάς κ. Φίλιππος Πετσάλνικος.
Από τη μυστική ψηφοφορία που διεξήχθη σήμερα επί του συνόλου των βουλευτών του Σώματος, προέκυψε ότι η υποψηφιότητα του κ. Φίλιππου Πετσάλνικου έλαβε 168 ψήφους, ενώ βρέθηκαν 130 ψηφοδέλτια λευκά και 1 άκυρο.
Αμέσως μετά την εκλογή του ο νέος Πρόεδρος της Βουλής σε ομιλία του τόνισε την ανάγκη «να αναδείξουμε ακόμη περισσότερο τη Βουλή ως χώρο ουσιαστικής δημόσιας διαβούλευσης, χώρο έλλογης αντιπαράθεσης βάσει αρχών και επιχειρημάτων, χώρο εποικοδομητικών συζητήσεων για την εξεύρεση λύσεων προς όφελος του ελληνικού λαού».
Ο κ. Πετσάλνικος επισήμανε ακόμη: «Είναι μέγιστη τιμή για εμένα και ταυτόχρονα για τη Βόρεια Ελλάδα, αφού είναι η πρώτη φορά που στο αξίωμα αυτό προτείνεται και εκλέγεται Βουλευτής από τη Μακεδονία, και μάλιστα από ένα νομό παραμεθόριο, το Νομό Καστοριάς».
Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία του Προέδρου της Βουλής:

«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Αισθάνομαι βαθύτατη συγκίνηση, καθώς με την απόφασή σας σήμερα μου αναθέσατε τα καθήκοντα του Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων.
Είναι μέγιστη τιμή για εμένα και ταυτόχρονα για τη Βόρεια Ελλάδα, αφού είναι η πρώτη φορά που στο αξίωμα αυτό προτείνεται και εκλέγεται Βουλευτής από τη Μακεδονία, και μάλιστα από έναν Νομό παραμεθόριο, τον Νομό Καστοριάς.
Θα ήθελα, λοιπόν, πρώτα απ’ όλα να ευχαριστήσω θερμά τον Πρωθυπουργό της χώρας, τον Πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ Γιώργο Παπανδρέου που με πρότεινε για Πρόεδρο της Βουλής των Ελλήνων.
Ευχαριστώ τους συμπατριώτες μου που για μια ακόμη φορά (10η στη σειρά) με περιέβαλαν, με αυξημένη μάλιστα εμπιστοσύνη εκλέγοντας με Βουλευτή.
Ευχαριστώ, επίσης, θερμά τις συναδέλφους και τους συναδέλφους Βουλευτές που με τίμησαν σήμερα με την ψήφο τους, και εκφράζω παράλληλα τον σεβασμό μου για την κρίση εκείνων που δεν με ψήφισαν.
Αντιλαμβάνομαι πλήρως το βάρος της αποστολής και το μέγεθος της ευθύνης που αναλαμβάνω και σας διαβεβαιώνω κατηγορηματικά ότι θα είμαι Πρόεδρος όχι μόνο των Βουλευτών της Παράταξης στην οποία θα εξακολουθήσω να ανήκω ιδεολογικά και πολιτικά, αλλά όλων σας, προκειμένου να εγγυηθώ την αρμονική και παραγωγική συνύπαρξη του συνόλου των εκλεγμένων αντιπροσώπων του ελληνικού λαού, όλων των πτερύγων της Βουλής.
Πρόθεσή μου είναι να ασκήσω τα καθήκοντά μου με υπευθυνότητα, αμεροληψία και αντικειμενικότητα.
Προσβλέπω στη συνεργασία με όλους σας.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Η ΙΓ΄ περίοδος της Βουλής των Ελλήνων, που άρχισε χθες, λόγω των συνθηκών που έχουν διαμορφωθεί στη χώρα μας, αλλά και σε σχέση με τη διεθνή συγκυρία, θα αποδειχθεί πιστεύω καθοριστική και κρίσιμη για τον τόπο μας και τη μελλοντική του πορεία.
Οι εξελίξεις στην οικονομία, η συσσώρευση οικονομικής – και όχι μόνο – δύναμης σε λίγους, οι κλιματικές αλλαγές, η επιδείνωση της καθημερινότητας του πολίτη, ενέτειναν το αίσθημα ανασφάλειας, την αγωνία και την αβεβαιότητα για το αύριο,
πράγμα που έχει θέσει σε δοκιμασία τη σχέση εμπιστοσύνης του πολίτη με την πολιτική και το πολιτικό σύστημα γενικότερα, αλλά και – δυστυχώς – με τον υπέρτατο δημοκρατικό θεσμό, τον θεσμό του Κοινοβουλίου.
Είναι αλήθεια ότι, τα τελευταία χρόνια, οι πολίτες και ιδιαίτερα οι νέοι εκφράζουν δυσαρέσκεια ή αντιμετωπίζουν με αδιαφορία και απάθεια τον πολιτικό βίο και τους πολιτικούς.
Την αντίληψη αυτή οφείλουμε εμείς να την ανατρέψουμε. Και θα το πετύχουμε εάν αναδείξουμε ακόμη περισσότερο τη Βουλή ως χώρο ουσιαστικής δημόσιας διαβούλευσης, χώρο έλλογης αντιπαράθεσης βάσει αρχών και επιχειρημάτων, χώρο εποικοδομητικών συζητήσεων για την εξεύρεση λύσεων προς όφελος του ελληνικού λαού.
Στόχος και επιδίωξη όλων μας είναι να βελτιώσουμε τη λειτουργικότητα του σύγχρονου κοινοβουλευτισμού και, κυρίως, την αποτελεσματικότητά του προς όφελος του πολίτη.
Να αναβαθμίσουμε τη λειτουργία του Κοινοβουλίου και τον ρόλο των Βουλευτών, ως γνήσιων εκφραστών της λαϊκής βούλησης,
να ενισχύσουμε την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το Κοινοβούλιο, ως βασικού θεσμού της Κοινοβουλευτικής μας Δημοκρατίας.
Στα 25 περίπου χρόνια που συμμετέχω στην Εθνική Αντιπροσωπεία, έζησα από κοντά τις πρωτοβουλίες που πήραν προκάτοχοί μου, οι οποίοι, ως Πρόεδροι της Βουλής τίμησαν με το έργο τους τόσο το λειτούργημα, όσο και το Κοινοβούλιο.
Μιλώ για προσωπικότητες όπως ο Γιάννης Αλευράς και ο Αθανάσιος Τσαλδάρης, αλλά και πιο πρόσφατα επί σειρά ετών ο Απόστολος Κακλαμάνης, καθώς και η ΄Αννα Ψαρούδα-Μπενάκη και ο Δημήτρης Σιούφας, με τους οποίους είχα την τιμή να συνεργασθώ άμεσα.
Η συμβολή τους στον εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση των λειτουργιών του Κοινοβουλίου μας ήταν καθοριστική.
Τους ευχαριστούμε και τους τιμούμε γι’ αυτό.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
οι νέες προκλήσεις, στις οποίες αναφέρθηκα νωρίτερα, δημιουργούν και αυξημένες απαιτήσεις των πολιτών προς το Κοινοβούλιο, προς όλους εμάς.
Ο Πρωθυπουργός της χώρας, ο Γιώργος Παπανδρέου περιέγραψε χθες με σαφήνεια τις προθέσεις της Κυβέρνησης για τις αλλαγές που στοχεύουν στην αναβάθμιση του Κοινοβουλίου, τις αλλαγές που είναι αναγκαίες για ένα Κοινοβούλιο «ανοιχτό στην κοινωνία, ανοιχτό στους πολίτες».
Θέλω σήμερα να μοιραστώ μαζί σας τις σκέψεις μου για το πώς θα πετύχουμε τον στόχο να ανταποκριθούμε στις αυξημένες προσδοκίες, τις ανάγκες και τα αιτήματα των πολιτών.
Πιστεύω ότι πρώτα απ’ όλα είναι ανάγκη να ενισχύσουμε περαιτέρω την διαφάνεια στον τρόπο με τον οποίο νομοθετούμε και, ταυτόχρονα, να βελτιώσουμε την ποιότητα του παραγόμενου νομοθετικού έργου.
Όπως συχνά επισημαίνεται στις εκθέσεις των Ανεξάρτητων Αρχών, ένα από τα βαθύτερα αίτια της κακοδιοίκησης ή ακόμη και της «διαφθοράς στην καθημερινότητα», προκύπτει από τον συνδυασμό της πολυνομίας, του – όχι σπάνιου – φαινομένου ατελούς και ταυτόχρονα δυσνόητου χαρακτήρα πολλών νομοθετικών διατάξεων και κανονιστικών αποφάσεων, αλλά και της επιβίωσης αναχρονιστικών διατάξεων, που συγκρούονται με τη λογική ενός σύγχρονου κράτους δικαίου.
Τα χαρακτηριστικά αυτά οδηγούν σε επικαλύψεις και ασάφειες, που ενισχύουν την αδιαφάνεια και λειτουργούν σε βάρος της καλής και ορθολογιστικής διοίκησης.
Το δυσνόητο των διατάξεων ευνοεί τη δημιουργία ενός ιδιότυπου «ολιγοπωλίου», δηλαδή, ενός μικρού μόνον αριθμού δημόσιων λειτουργών, οι οποίοι έχουν τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν (ίσως και να εκμεταλλευτούν) την προνομιακή τους εξοικείωση με το δαιδαλώδες αυτό τοπίο της πολυνομίας, και πολλές φορές να λειτουργήσουν επιλεκτικά κατά τον χειρισμό υποθέσεων των πολιτών.
Επίσης, η τακτική της κατάθεσης διατάξεων προς ψήφιση, την τελευταία στιγμή, στερεί τη δυνατότητα επαρκούς διαλόγου και επεξεργασίας τους και προκαλεί ενίοτε ερωτηματικά στους πολίτες, ως προς την ορθότητα ή ακόμα και την σκοπιμότητά τους.
Η διαφάνεια πρέπει, επομένως, να εμπεδωθεί στη νομοθετική λειτουργία.
Τα σχέδια νόμου πρέπει να είναι προϊόντα μιας ορθολογικής και διαφανούς διαδικασίας, ανοιχτής σε κάθε κοινωνικό φορέα και πολίτη.
Από μια γρήγορη συγκριτική μελέτη που έκανα, με Κοινοβούλια άλλων χωρών, διαπίστωσα ότι το Κοινοβούλιό μας «παράγει» μεγάλο αριθμό νόμων.
Χαρακτηριστικό είναι ότι στην περίοδο 2000-2004 η Κυβέρνηση εισηγήθηκε και ψηφίσθηκαν 406 Νόμοι, και στην περίοδο 2004-2009 η Κυβέρνηση εισηγήθηκε και ψηφίσθηκαν 568 Νόμοι. Δηλαδή, σε διάστημα περίπου 9 χρόνων, στο Κοινοβούλιό μας συζητήθηκαν και ψηφίσθηκαν περίπου 1.000 Νόμοι!
Σχεδόν 2 Νόμοι ανά εβδομάδα!
Νομοθετούμε με ταχύτητα, νομοθετούμε αδιάκοπα.
Αυτό όμως λειτουργεί πολλές φορές σε βάρος της ποιότητας της παραγόμενης νομοθετικής ύλης.
Και πάνω απ’ όλα οι πολίτες δεν γνωρίζουν τι νομοθετείται. ΄Όχι μόνο οι μεμονωμένοι πολίτες αλλά πολλές φορές και οι φορείς ή οι κοινωνικές ομάδες τις οποίες αφορούν οι νομοθετικές ρυθμίσεις.
Είμαι απολύτως πεπεισμένος, ότι δεν χρειαζόμαστε συνεχώς περισσότερους Νόμους, αλλά Νόμους καλύτερους ποιοτικά.

Της κατάθεσης κάθε νομοσχεδίου, πρέπει να προηγείται στάδιο δημόσιας διαβούλευσης, ώστε κάθε διαφορετική θέση που θα διατυπώνεται να είναι προσβάσιμη στους ενδιαφερόμενους πολίτες και ανοιχτή σε περαιτέρω δημόσιο έλεγχο και κριτική.
Κάθε σχέδιο νόμου πρέπει να συνοδεύεται υποχρεωτικά από έκθεση ποιότητας, η οποία θα περιλαμβάνει αναλυτική εκτίμηση και αξιολόγηση των επιπτώσεων της νομοθετικής ρύθμισης (ιδίως στην οικονομία, στην κοινωνία και στο περιβάλλον).
Πρέπει, παράλληλα, να συνοδεύεται και από έκθεση αξιολόγησης των πορισμάτων της δημόσιας διαβούλευσης, καθώς και αιτιολόγησης του σκεπτικού βάσει του οποίου δεν υιοθετήθηκαν προτάσεις που κατατέθηκαν σε αυτή τη διαβούλευση.
Χωρίς να παραγνωρίζονται συγκεκριμένες ανάγκες νομοθετικών πρωτοβουλιών της Κυβέρνησης, πρέπει να αποφεύγονται τα φαινόμενα κατάθεσης τροπολογιών μετά την ολοκλήρωση της συζήτησης ενώπιον της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής, ή η κατάθεση τροπολογιών λίγες ημέρες πριν από την έναρξη της συζήτησης του Νομοσχεδίου, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα να μην προλαβαίνουν ούτε οι ίδιοι οι Βουλευτές να τις μελετήσουν με την απαραίτητη άνεση χρόνου.
Μέχρις ότου υπάρξει βελτίωση της σχετικής Συνταγματικής διάταξης, καθώς και περαιτέρω αλλαγές στον Κανονισμό της Βουλής, μπορεί και πρέπει η ίδια η Κυβέρνηση να τηρήσει αυτόν τον κανόνα του «μη αιφνιδιασμού».
Θεωρώ, επίσης, ότι θα είναι ιδιαίτερα χρήσιμη η εισαγωγή και εδώ του θεσμού της υποβολής των νομοσχεδίων σε δύο «αναγνώσεις», ενώπιον της αρμόδιας Επιτροπής, που θα απέχουν μεταξύ τους μερικές εβδομάδες.
Πρόκειται για θεσμό που ισχύει στα Κοινοβούλια άλλων ευρωπαϊκών χωρών καθώς και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και που συμβάλλει στην ποιοτική αναβάθμιση των διατάξεων.
Για την αναβάθμιση του Κοινοβουλίου και την ενίσχυση της διαφάνειας προς όφελος του πολίτη, αναγκαία είναι επίσης η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εμπλοκή της Βουλής κατά τη διαμόρφωση ιδιαίτερα σημαντικών αποφάσεων, καθώς και στην άσκηση πολιτικού ελέγχου.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, η Κυβέρνηση πρέπει να έχει την υποχρέωση να ενημερώνει πλήρως την Βουλή για κάθε σύμβαση μεγάλης σημασίας, πριν από τη σύναψή της, και όχι μόνο γι’ αυτές που εισάγονται προς νομοθετική κύρωση.
Ιδιαίτερα, δε, για τις εξοπλιστικές δαπάνες, κρίνεται αναγκαία η ενίσχυση του ρόλου του Κοινοβουλίου και η άσκηση πολιτικού ελέγχου.
Η εισαγωγή προς συζήτηση των εξοπλιστικών προγραμμάτων και η ενημέρωση της αρμόδιας Κοινοβουλευτικής Επιτροπής, που θα δημιουργηθεί γι αυτό τον σκοπό, με παρουσίαση των διαδικασιών που θα ακολουθηθούν για την υλοποίησή τους, κατά το πρότυπο αντίστοιχων διαδικασιών στα Κοινοβούλια άλλων χωρών, θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο τη διαφάνεια και σε αυτόν τον κρίσιμο τομέα των δημοσίων δαπανών.
Η συμμετοχή της Βουλής στο στάδιο της επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης όχι μόνο αναβαθμίζει το Κοινοβούλιο, αλλά εξασφαλίζει και την αποδέσμευση της Δικαστικής Εξουσίας από οποιαδήποτε επιδίωξη κομματικής παρέμβασης μέσω της Εκτελεστικής Εξουσίας.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
η ποιότητα της λειτουργίας και της απόδοσης του Κοινοβουλίου μας, η ποιότητα της ίδιας της Κοινοβουλευτικής μας Δημοκρατίας, εξαρτάται βεβαίως και από την διασφάλιση των δικαιωμάτων της μειοψηφίας, εξαρτάται κυρίως από τη διασφάλιση των δικαιωμάτων της αντιπολίτευσης, έτσι όπως αυτά περιγράφονται στο Σύνταγμα και στον Κανονισμό της Βουλής.
Σας διαβεβαιώνω ότι η τήρηση αυτών των κανόνων και η εξασφάλιση, «μέχρι κεραίας», των δικαιωμάτων της μειοψηφίας θα αποτελέσει πρώτιστο μέλημά μου.
Όπως, επίσης, πρώτιστο μέλημά μου θα είναι – και το λέω αυτό απευθυνόμενος προς την πλευρά των Υπουργών – η τήρηση του πνεύματος και της ουσίας του Κοινοβουλευτικού ελέγχου.
Φαινόμενα (όπως αυτά που συχνά ζήσαμε σε αυτή την αίθουσα) να εμφανίζονται στον Κοινοβουλευτικό Έλεγχο κατά κανόνα μόνον Υφυπουργοί, και όχι οι Υπουργοί, ή, τα φαινόμενα των ελλιπών και τυποποιημένων απαντήσεων στις γραπτές ερωτήσεις που καταθέτουν οι Βουλευτές, υποβαθμίζουν την ουσία και την αξία του Κοινοβουλευτικού Ελέγχου, υποτιμούν τον ρόλο και την αποστολή του Βουλευτή και, σίγουρα, δεν τιμούν την εκάστοτε Κυβέρνηση.
Είμαι βέβαιος ότι τα μέλη της σημερινής Κυβέρνησης θα βάλουν οριστικά τέλος σε τέτοιες πρακτικές.
Στην κατεύθυνση της αναβάθμισης του κοινοβουλευτικού διαλόγου και της αμεσότητας της ενημέρωσης των πολιτών, πρέπει ακόμη να εξετάσουμε και την αναμόρφωση της «ώρας του Πρωθυπουργού», διότι, με τη σημερινή της μορφή, η διαδικασία στερείται της ζωντάνιας και της χρησιμότητας που θα έπρεπε να έχει για το Κοινοβούλιο, και κυρίως για τους πολίτες, ένας τέτοιος διάλογος.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Όπως ήδη ανέφερα, η δυσπιστία των πολιτών απέναντι στο πολιτικό σύστημα και στους πολιτικούς είναι γεγονός.
Η αποκατάσταση της αξιοπιστίας μας και της εμπιστοσύνης των πολιτών απέναντί μας, προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, και την πλήρη διαφάνεια, αλλά και τη δυνατότητα ελέγχου των περιουσιακών στοιχείων όλων ημών, και όχι μόνο.
Πρέπει, αφενός, να αναμορφώσουμε τον θεσμό του Πόθεν ΄Εσχες, σε ό,τι αφορά την εφαρμογή του και τον ουσιαστικό έλεγχο, και, αφετέρου, να εξασφαλίσουμε τη δυνατότητα των ελεγκτικών μηχανισμών αλλά και του κάθε πολίτη να έχουν, ανά πάσα στιγμή, πλήρη και ακριβή εικόνα των στοιχείων.
Είναι ανάγκη να οικοδομήσουμε ένα κρυστάλλινο, διαφανές σύστημα, για όλους και για όλα.
Τέλος, ιδιαίτερη βαρύτητα πρέπει να δώσουμε στην εξασφάλιση όλων των αναγκαίων μέσων υλικοτεχνικής υποδομής, που θα δίνουν τη δυνατότητα σε όλους τους Βουλευτές, σε όλους εσάς, να ανταποκρίνεστε με πληρότητα στις ιδιαίτερα αυξημένες απαιτήσεις του αξιώματος που σας ανέθεσαν οι πολίτες με την ψήφο τους.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
η πολυσύνθετη δράση του Κοινοβουλίου μας συνολικά καθώς και η αποτελεσματικότητα ενός εκάστου εξ ημών δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί εάν δεν υποστηριζόταν από το σύνολο του προσωπικού της Βουλής, που είναι κατ΄ ουσίαν οι συνεργάτες μας.
Χωρίς την δική τους διοικητική και επιστημονική υποστήριξη θα ήταν ατελής και η δική μας προσπάθεια, γι’ αυτό έχουν και θα έχουν την αναγνώρισή μας.
Ταυτόχρονα όμως καλώ όλο αυτό το αξιόλογο ανθρώπινο δυναμικό του Κοινοβουλίου να συμβάλλει στην εργώδη προσπάθεια που θα καταβάλουμε για την αναβάθμιση των λειτουργιών και την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας του Κοινοβουλίου, επ΄ ωφελεία του ελληνικού λαού.
Θα κλείσω καλωσορίζοντας τους πολλούς νέους και νέες συναδέλφους που είναι σήμερα ανάμεσα μας. Εύχομαι να φέρουν την φρεσκάδα της ανανέωσης, που είναι πηγή ζωής.
Θα έχουν τη συμπαράσταση μας για να εξοικειωθούν γρήγορα με τους κανόνες λειτουργίας ώστε να συμβάλλουν άμεσα στον κοινό για όλους μας στόχο, να θεσμοθετούμε δίκαια για τους πολίτες και αποτελεσματικά για τον τόπο.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Σας εξέθεσα επιγραμματικά ένα πλαίσιο των σκέψεων και των απόψεων μου.
Πρόθεσή μου είναι να συνεργασθώ με όλους σας, και θα ακούσω με ιδιαίτερη προσοχή κάθε άποψη, κάθε πρόταση που θα συμβάλει στην αναβάθμιση του Κοινοβουλίου και του ρόλου του Έλληνα Βουλευτή.
Με τη δική σας θέληση βρίσκομαι σήμερα εδώ, μπροστά στην πρόκληση και τη μεγάλη ευθύνη που σημαίνει για εμένα το αξίωμα του Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων.
Είμαι αποφασισμένος να υπηρετήσω το αξίωμα αυτό με απόλυτη αφοσίωση στους θεσμούς και να εργασθώ σκληρά μαζί σας, ώστε να βάλουμε ένα ακόμη λιθαράκι στην αναβάθμιση της ποιότητας της Κοινοβουλευτικής μας Δημοκρατίας και να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες και τις ελπίδες του πολιτών, αλλά και στις ανάγκες των καιρών.
Σας ευχαριστώ».