Η ΓΣΕΒΕΕ σε επιστολή της προς τον Υπουργό Εσωτερικών, Αποκέντρωσης & Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, κ. Ι. Ραγκούση, εξέφρασε την έντονη αντίθεσή της για την πρόθεσή του, όπως αυτή διαφαίνεται σε δημοσιεύματα του Τύπου, να επαναφέρει τον επαχθή δημοτικό φόρο 2% επί του τζίρου (ανεξαρτήτων ύπαρξης κερδοφορίας) στις περίπου 160.000 μικρές και πολύ μικρές τουριστικές και επισιτιστικές επιχειρήσεις και ζήτησε από τον Υπουργό να οριστεί άμεσα μία συνάντηση επί του θέματος, παρουσία και των εκπροσώπων των τουριστικών και επισιτιστικών επιχειρήσεων.
Η Γενική Συνομοσπονδία αναφέρει χαρακτηριστικά στην επιστολή: “Θα θέλαμε να υπενθυμίσουμε, ότι, εκτός από το Κράτος και τις ανάγκες του (κεντρική διοίκηση - τοπική αυτοδιοίκηση), υπάρχουν και οι ανάγκες της πραγματικής οικονομίας (μικρών επιχειρήσεων και εργαζόμενων σε αυτές). Ιδιαίτερα, σε μια εποχή που οι μικρές επιχειρήσεις κλείνουν με ανησυχητικούς ρυθμούς και χάνονται θέσεις εργασίας. Σε μια εποχή που στραγγαλίζονται από την έλλειψη ρευστότητας και αδυνατούν να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους. Σύμφωνα δε, και με τα τελευταία στοιχεία της Τειρεσίας ΑΕ έχουμε αύξηση 180% των ακάλυπτων επιταγών σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Θεωρούμε αυτονόητο, ότι πριν από οποιαδήποτε απόφαση σας και διαμόρφωση “λεόντειων” συνθηκών υπέρ των ΟΤΑ και σε βάρος των επιχειρήσεων, θα υπάρξει συζήτηση με τους φορείς τους”.
Σημειωτέον, ότι η ΓΣΕΒΕΕ είναι αποφασισμένη από καιρού να αμφισβητήσει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, ακόμα και την ισχύουσα έως σήμερα δημοτική φορολογία του 0,5% στους τζίρους των τουριστικών και επισιτιστικών επιχειρήσεων, όπως αυτή προέκυψε μετά από πρόσφατη νομοθετική ρύθμιση (Ν. 3756/2009).
Υπάρχει σχετική Ευρωπαϊκή νομολογία.
Το 0,5% δεν είναι δημοτικό τέλος, όπως κατ’ επίφασην και υποκριτικά αποκαλείται, αλλά φόρος και μάλιστα επιλεκτικού χαρακτήρα. Επιβάλλεται δε, ανεξάρτητα από το αν οι επιχειρήσεις παρουσιάζουν κέρδη ή ζημίες.