Το ενδιαφέρον της Κέρκυρας δια των εκπροσώπων της σε όλα τα επίπεδα, είναι σήμερα στραμμένο σ΄ αυτήν την αίθουσα. Γιατί εδώ όχι μόνο θα παρουσιαστεί από τον κ. Πολύζο και τους Συνεργάτες του η μελέτη – απάντηση στο ερώτημα της χωροθέτησης ενός νέου διεθνούς αεροδρομίου, αλλά ξεκινά ο διάλογος για ένα από τα κορυφαία ζητήματα του τόπου. Διάλογος μακρύς και επίπονος, που η έκβασή του θα επηρεάσει καθοριστικά το αναπτυξιακό μέλλον του τόπου.
Το διάλογο που ξεκινά με την παρουσίαση της διερευνητικής μελέτης, προκάλεσε αναμφίβολα με τις επίμονες και συστηματικές πρωτοβουλίες του ο Υπουργός κ. Νίκος Δένδιας, από την περίοδο που ήταν απλός βουλευτής, καθώς έβλεπε – αυτό που κατά βάση αναγνωρίζουμε όλοι - ότι το σημερινό αεροδρόμιο της Κέρκυρας, εξαντλεί τα όρια των δυνατοτήτων του.
Ιστορία
Το αεροδρόμιο της Κέρκυρας ιδρύθηκε το 1937, και το πρώτο αεροσκάφος που προσγειώθηκε ήταν ένα Heston Phoenix με κυβερνήτη τον Ευστράτιο Ξύδη, στις 22 Μαρτίου.
Στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου πολέμου το αεροδρόμιο της Κέρκυρας χρησιμοποιήθηκε από τις Ιταλικές και Γερμανικές δυνάμεις του «άξονα»ως βάση μεταφορικών και μαχητικών αεροσκαφών.
Στα τέλη του πολέμου το μήκος του διαδρόμου έφτανε 600 μέτρα. Με τη λήξη του άρχισαν οι εργασίες επέκτασης του διαδρόμου, χρησιμοποιώντας υλικά από μπάζα των βομβαρδισμένων κτιρίων της πόλης και στο τέλος Απριλίου 1949 το μήκος έφτασε τα 800 μέτρα. Η επόμενη και τελευταία επέκταση του διαδρόμου ξεκίνησε το 1957 και ολοκληρώθηκε το 1959, με μήκος 2.375 μέτρων.
Η πρώτη εμπορική πτήση έγινε στις 19 Απριλίου 1949 από την εταιρεία ΑΜΕ με ένα αεροσκάφος Avro Anson από την Αθήνα μεταφέροντας 7 επιβάτες. Η αεροπορική εταιρεία ΤΑΕ συνέχισε τις πτήσεις, ακολουθούμενη από την ΕΛΛΑΣ στις 2 Σεπτεμβρίου 1950, και οι δύο με αεροσκάφη DC-3.
Ο συναγωνισμός ώθησε την ΑΜΕ και ΕΛΛΑΣ να συνενωθούν με την ΤΑΕ, η οποία αργότερα αγοράστηκε από τον Αριστοτέλη Ωνάση, ο οποίος ίδρυσε και την Ολυμπιακή Αεροπορία το 1957.
Το 1962 κατασκευάστηκε το μικρό κτίριο επιβατικού σταθμού, το οποίο σήμερα στεγάζει την Αερολέσχη Κερκύρας και το Γραφείο Εμπορευμάτων της Ολυμπιακής Αεροπορίας.
Τον Απρίλιο του 1965 το Αεροδρόμιο της Κέρκυρας έγινε Διεθνές και η πρώτη πτήση, υπό την καθοδήγηση Ελέγχου Εναέριας Κυκλοφορίας πραγματοποιήθηκε με αεροσκάφος Comet της Ολυμπιακής Αεροπορίας. Η κατασκευή του πρώτου τμήματος του σημερινού επιβατικού σταθμού άρχισε το 1968 και ολοκληρώθηκε το 1972. Το δεύτερο τμήμα των αναχωρήσεων εξωτερικού κατασκευάστηκε στις αρχές της 10ετίας του 1990.
Η μικρή απόσταση του αεροδρομίου μας από την πόλη, η άναρχη οικιστική επέκταση των τελευταίων 10ετιών σε επαφή σχεδόν με τις εγκαταστάσεις του, έχει δημιουργήσει ουσιαστικά ένα μάλλον ασφυκτικό πλαίσιο λειτουργίας του.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ένα τμήμα του διαδρόμου προσγείωσης, μήκους 400 μ. έχει αχρηστευθεί εξ αιτίας εμποδίων στην περιοχή δίπλα από το λόφο Κογεβίνα, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να χρησιμοποιηθεί από μεγαλύτερους τύπους αεροσκαφών.
Ο επιβατικός σταθμός του αεροδρομίου αδυνατεί να καλύψει τις ανάγκες της κίνησης σε μέρες και ώρες αιχμής, ενώ η πίστα στάθμευσης των αεροσκαφών είναι περιορισμένης έκτασης για ένα μεγάλο διεθνές αεροδρόμιο.
Τα πράγματα όμως δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο από την απειλούμενη διακοπή των νυκτερινών πτήσεων, που αν επιβληθεί λόγω της γειτνίασης με κατοικημένες περιοχές, θα προσθέσει νέα προβλήματα με συνέπειες που δεν έχουν ακόμη επαρκώς προσδιοριστεί.
Στις συνθήκες αυτές, η πρωτοβουλία του Υπουργού Δικαιοσύνης Ν. Δένδια να διερευνηθεί η δυνατότητα κατασκευής νέου αεροδρομίου στη μοναδική εναλλακτική θέση που διαθέτει το νησί μας, στη Λευκίμμη, είναι νομίζω εύστοχη, καίριας σημασίας, βλέπει μπροστά.
΄Έρχεται να ξεκαθαρίσει το τοπίο σε μια πολύ κρίσιμη και ενδιαφέρουσα περίοδο για το μέλλον του τόπου μας. Και το κάνει σε συνεργασία με το Υπουργείο Μεταφορών και την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας με τα καθ΄ ύλην αρμόδια όργανά τους.
Καθ’ όλα επιτυχής ήταν και η επιλογή της ανάθεσης του έργου αυτής της διερευνητικής πρωτοβουλίας στην ομάδα καθηγητών του ΕΜΠ, για να δοθεί μια σοβαρή και έγκυρη απάντηση στο ερώτημα «αν μπορεί να γίνει αεροδρόμιο στη Λευκίμμη». Με όλες βεβαίως τις παραμέτρους της υπόθεσης, που εξετάστηκαν κατά τρόπο επιστημονικό, τέτοιο που δεν θ΄ αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης.
Και είναι πολύ ενδιαφέρον για την Κέρκυρα που το έργο των καθηγητών του ΕΜΠ θα παρουσιαστεί από τον ίδιο τον κ. Πολύζο και τους συνεργάτες του, ενώπιόν σας, ενώπιον των εκπροσώπων όλων των τοπικών φορέων.
Στο σημείο αυτό αισθάνομαι την ανάγκη να ξεκαθαρίσω προς κάθε κατεύθυνση ότι η απάντηση στο ερώτημα για τη δυνατότητα χωροθέτησης νέου διεθνούς αεροδρομίου, δεν συνιστά πράξη επιβολής τετελεσμένων. Τουναντίον, δίνει τη δυνατότητα σε όλους τους φορείς του τόπου να επεξεργαστούν την υπόθεση – ένα μεγάλο υπαρκτό ζήτημα – με άνεση χρόνου και υπό το φως των νέων έγκυρων και επιστημονικών δεδομένων.
Είναι μια πρόκληση προς όλους. Πρόκληση που μας αναγκάζει να βρούμε το χρόνο να ξεφύγουμε από την διαρκή ενασχόλησή μας με τα προβλήματα της καθημερινότητας και να δούμε το μέλλον της Κέρκυρας σε βάθος δεκαετιών.
Είναι μια πρόκληση – πρόσκληση σε διάλογο και επιτέλους συνεννόηση, που σε άλλες κεντρικές για τον τόπο μας επιλογές, στο παρελθόν δεν την είχαμε. Δεν υπήρξε, με τις γνωστές συνέπειες.
Εμείς, όλοι θαρρώ, έχουμε χρέος να δώσουμε στον τόπο και τους συμπολίτες μας υπεύθυνα την επόμενη απάντηση για το αεροδρόμιο:
- Θα πάμε και με ποιους όρους στην επιλογή της κατασκευής του νέου αεροδρομίου, Ή θα περιοριστούμε στις διαρκώς συρρικνούμενες δυνατότητες του υπάρχοντος αεροδρομίου;
Ή τέλος, θα αφήσουμε τα πράγματα να εξελιχθούν προς μια τρίτη πιθανή λύση στην απέναντι ακτή;
Το πρόβλημα είναι δικό μας.
Και εμείς, αφού ακούσουμε με προσοχή τους μελετητές και λάβουμε απαντήσεις στα ερωτήματα που εύλογα θα δημιουργηθούν, έχουμε χρέος να ξεκινήσουμε ένα – δύο (όσους χρειαστεί) κύκλους διαβουλεύσεων, για να πάρουμε τελικά ξεκάθαρη θέση.
Διαρκούντος του διαλόγου και στην μακρά πορεία προς την υλοποίηση των όποιων φιλόδοξων στόχων - απευθύνομαι προς την διοίκηση της ΥΠΑ και το ΥΜΕ – δεν πρέπει επ΄ ουδενί να εγκαταλειφθεί στην τύχη του το αεροδρόμιό μας.
΄Εχει διαρκή την ανάγκη φροντίδας και εκσυγχρονισμού της λειτουργίας του, για να ανταποκρίνεται κατά τον καλύτερο τρόπο στην εξυπηρέτηση του ενός περίπου εκατομμυρίου επιβατών το χρόνο.
Επανέρχομαι στον διάλογο που θ΄ ακολουθήσει τη σημερινή παρουσίαση της μελέτης για να τονίσω ότι στη σοβαρή αυτή υπόθεση δεν χωρούν στρουθοκαμηλισμοί. Ούτε αναβολές για το αόριστο μέλλον.
Οι επόμενες γενιές δεν θα μας συγχωρήσουν, αδράνεια, ολιγωρία, αναβλητικότητα και αναποφασιστικότητα.
Οι καιροί ού μενετοί.
Ας αξιοποιήσουμε τα όποια ευνοϊκά στοιχεία της συγκυρίας, - τοπικής, εθνικής και διεθνούς - με αφετηρία την διερευνητική μελέτη που θα μας παρουσιαστεί, για να διασφαλίσουμε την αδιατάραχτη και ασφαλή πορεία του τόπου μας προς το μέλλον.
Αυτό είναι το χρέος μας.
Αυτή είναι η μεγάλη μας ευθύνη.»