Με τους χειρότερους οιωνούς «ξεκίνησε» η πολυδιαφημισμένη «δημόσια διαβούλευση» επί της προτάσεως για νέο αεροδρόμιο: η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση και ο συνδιοργανωτής υπουργός-βουλευτής Κερκύρας κ. Ν. Δένδιας έκριναν σκόπιμο να αποκλείσουν από σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 25/7/2009 στη Νομαρχία το Σύλλογο Προστασίας Περιβάλλοντος Κέρκυρας – του οποίου η εκπεφρασμένη χωρίς φόβο και πάθος θέση τον κατατάσσει, όπως δικαιούμαστε να συμπεράνουμε, στους «αντιφρονούντες» και «αποσυνάγωγους» του διαλόγου.
Στη σύσκεψη προσκλήθηκαν, όπως ενημερωθήκαμε από σχετική ανακοίνωση, οι τοπικοί θεσμικοί-κομματικοί παράγοντες, αλλά και συλλογικοί φορείς του τουριστικού κλάδου. Αποκλείστηκε δηλαδή επιλεκτικά ο Σύλλογος Προστασίας Περιβάλλοντος Κέρκυρας, καθώς επίσης – όπως γνωρίζουμε – και άλλοι δραστήριοι περιβαλλοντικοί σύλλογοι του τόπου που έχουν τοποθετηθεί «κατά» της υπόθεσης. Αποκλείστηκε, εξάλλου, και η συνδικαλιστική εκπροσώπηση των εργαζομένων στο υπάρχον Αεροδρόμιο.
Ο Σύλλογος Προστασίας Περιβάλλοντος Κέρκυρας, «έτοιμος από καιρό», τοποθετήθηκε κυριολεκτικά από την πρώτη στιγμή με κρυστάλλινη καθαρότητα: απορρίπτουμε κατηγορηματικά τη προτεινόμενη τοποθέτηση. Μετέχουμε όμως, έστω και «άνευ όρων», στη «δημόσια διαβούλευση» – παρότι (όπως εμφατικά φροντίσαμε εξαρχής να τονίσουμε) έχουμε συγκεκριμένες θέσεις και επί της διαδικασίας της διαβούλευσης.
Δεν μπορούμε επομένως παρά να καταδικάσουμε την απροσχημάτιστη μεθόδευση αποκλεισμού του Συλλόγου μας εκ μέρους των εχόντων την ευθύνη της σύσκεψης, που τορπιλλίζουν με τέτοια, «διαδικαστικά» δήθεν, στρατηγήματα την ίδια τη δημόσια διαβούλευση – δηλαδή ένα «πρωτοφανές» εγχείρημα βάθυνσης της Δημοκρατίας που υπερβαίνει σε σημασία και αυτό το ζήτημα του προτεινόμενου αεροδρομίου.
Επί της διαδικασίας, εξάλλου, μετά από αυτή την απαράδεκτη συμπεριφορά που προσβάλλει κατάφωρα το Σύλλογο Προστασίας Περιβάλλοντος Κέρκυρας και τις εκατοντάδες των μελών του, τίθεται το ερώτημα εάν οι έχοντες τη πρωτοβουλία τέτοιων μεθοδεύσεων διατηρούν ακόμα την «έξωθεν καλή μαρτυρία» προκειμένου να «προεδρεύουν» στη διαδικασία από εδώ και στο εξής – ή θα πρέπει να αναζητήσουμε μία ουδέτερη, θεσμικότερη προεδρία, που θα εγγυηθεί τη δημοκρατικότητα του διαλόγου.