Το πρωί της Δευτέρας (02-02-2009) εμφανίστηκε πετρελαιοκηλίδα που έπλεε ανοικτά της θαλάσσιας περιοχής του Ύψου, μία από τις πλέον γνωστές παραθεριστικές περιοχές του νησιού. Με τους πνέοντες ανέμους ένα μέρος της κηλίδας παρασύρθηκε και εκβράστηκε στην παράκτια ζώνη του Ύψου δημιουργώντας έντονη ρύπανση, τόσο χημική όσο και αισθητική. Όπως σημειώνει σε ανακοίνωσή του ο Σύλλογος Προστασίας Περιβάλλοντος Κέρκυρας, «ο Κερκυραϊκός κόλπος είναι ένα αβαθές θαλάσσιο οικοσύστημα (με μέγιστο βάθος 60 μέτρων), στο οποίο εκβάλουν δύο ποταμοί με συνεχή ροή όλο το έτος (Καλαμάς και Μπίστριτσας). Στις παράκτιες ζώνες του θαλάσσιου στενού σχηματίζονται περίπου 10 λιμνοθάλασσες διαφόρων μεγεθών, παράκτια έλη και πρώην Αλυκές.
Ο συνδυασμός του μικρού θαλάσσιου βάθους, της μεγάλης ποσότητας «γλυκού» νερού και των λιμνοθαλάσσιων σχηματισμών έχει μετατρέψει το θαλάσσιο στενό σε ένα «φυσικό ιχθυοτροφείο», πλούσιο σε αλιεύματα και ποσειδώνια πεδία.
Δυστυχώς, τα τελευταία 20 χρόνια ο κόλπος δέχεται έντονες οικολογικές πιέσεις. Οι πολλαπλές χρήσεις του (τουριστική, ιχθυοκαλλιεργητική, αλιευτική, εμπορική, κ.α.) έχουν υποβαθμίσει το θαλάσσιο οικοσύστημα και το απειλούν με ακόμη χειρότερες εξελίξεις, πρόγευση των οποίων αποτελεί το χθεσινό ατύχημα με την πετρελαιοκηλίδα.
Το θαλάσσιο στενό χρειάζεται ειδική περιβαλλοντική διαχείριση που θα λαμβάνει υπόψη της τις ιδιαιτερότητες των επί μέρους οικοσυστημάτων του καθώς και του οικοσυστήματος στο σύνολό του».
Ο συνδυασμός του μικρού θαλάσσιου βάθους, της μεγάλης ποσότητας «γλυκού» νερού και των λιμνοθαλάσσιων σχηματισμών έχει μετατρέψει το θαλάσσιο στενό σε ένα «φυσικό ιχθυοτροφείο», πλούσιο σε αλιεύματα και ποσειδώνια πεδία.
Δυστυχώς, τα τελευταία 20 χρόνια ο κόλπος δέχεται έντονες οικολογικές πιέσεις. Οι πολλαπλές χρήσεις του (τουριστική, ιχθυοκαλλιεργητική, αλιευτική, εμπορική, κ.α.) έχουν υποβαθμίσει το θαλάσσιο οικοσύστημα και το απειλούν με ακόμη χειρότερες εξελίξεις, πρόγευση των οποίων αποτελεί το χθεσινό ατύχημα με την πετρελαιοκηλίδα.
Το θαλάσσιο στενό χρειάζεται ειδική περιβαλλοντική διαχείριση που θα λαμβάνει υπόψη της τις ιδιαιτερότητες των επί μέρους οικοσυστημάτων του καθώς και του οικοσυστήματος στο σύνολό του».