Σάββατο 15 Νοεμβρίου 2008

Συγκλονιστική ομιλία Παπαχρήστου στο κατάμεστο Εργατικό Κέντρο


Σε εκδήλωση που οργάνωσαν δύο φοιτητικοί Σύλλογοι του Ιονίου Πανεπιστημίου, η ΕΛΜΕ και ο Σύλλογος Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης και η Βιβλιοθήκη Λευκίμμης, τιμώντας την εξέγερση του Πολυτεχνείου πήρε μέρος ο κ. Παπαχρήστος γνωστός για τη συμμετοχή του στα γεγονότα εκείνης της εποχής.

Δημοσιεύουμε ένα απόσπασμα της ομιλίας του σε αυτή την ανάρτηση. Θα συμπληρωθεί με το υπόλοιπο ένα ή δύο τμήματα.
Ο κ. Παπαχρήστος είπε, μεταξύ άλλων, ότι "πρέπει να πούμε στα παιδιά με αφορμή το Πολυτεχνείο και να μιλήσουμε τουλάχιστον για τη νεώτερη ιστορία μας, από τον πόλεμο και μετά, ότι δεν είναι όλα πλασμένα αγγελικά και όμορφα, ούτε όλοι είναι το ίδιο. Διότι η χούντα, δεν θα κρατούσε 6 χρόνια, τότε που φωνάζαμε "6 χρόνια είναι πολλά δε θα γίνουνε εφτά" ή "ή τώρα ή ποτέ" γιατί και στην κατοχή υπήρξαν άνθρωποι που ήταν άνθρωποι μαυραγορίτες που ζούσαν από το θάνατο από την πείνα των άλλων. Υπήρξαν χαφιέδες, υπήρξαν προδότες, φορούσαν κουκούλες- δεν είναι κακό να τα λέμε αυτά στα παιδιά μας- που δείχνανε τους διπλανούς- δεν είχαν πρόσωπο όμως, φορούσαν κουκούλες- και είχαμε εκτελέσεις, είχαμε θανάτους και είχαμε πραγματική ηρωική ανίτσταση, είχαμε εμφύλιο και να που η χούντα έκανε κάτι καλό. Ξεμπρεδέψαμε λίγο- πολύ με την εμφυλιακή κατάσταση που επικρατούσε, δεν είναι τα πάθη τόσο αυξημένα σήμερα και μετά τη χούντα, ανεξάρτητα από τι πιστεύει κανείς και πού ανήκει, αυτός ο φανατισμός, αυτή η εξάντληση αυτού του τόπου, δεν είναι το ίδιο όπως ήταν (όχι πως δεν υπάρχει) και έκανε και κάτι άλλο η χούντα. Εμάς, που ήμασταν τα νιάτα της Ελλάδας, υποτίθεται, που εγώ στην επαρχία όταν ήμουν, ήμουν 17 χρονών, γελάσαμε και χαρήκαμε γιατί μας διώξανε από το σχολείο και έτσι ήταν ένα παιχνίδι για εμάς, γιατί μπορούσαμε να πάμε με τους φίλους μας και να παίξουμε, χωρίς να έχουμε συναίσθηση του τι είχε γίνει.
Αυτό το καταλάβαμε μέσα σε ένα χρόνο ή το καταλάβαμε όταν ήρθαν και συλλάβανε κάποιους αριστερούς, στο σπίτι, στο χωριό, και λέγανε "τι έκανε ο μπαρμπα- Θανάσης;", "τι έγινε;". Και δεν ξέραμε για εξορίες- όπως δεν ξέρουν τα παιδιά και σήμερα- ούτε για βασανισμούς, και έχουμε χρέος πραγματικά να πούμε σε αυτά τα παιδιά ότι δυστυχώς, θα πρέπει να συνεχίσουν από εκεί που δεν μπορέσαμε να φτάσουμε εμείς. Γιατί τα πράγματα τώρα είναι χειρότερα και πρέπει να εξηγήσουμε γιατί είναι χειρότερα. Γιατί τότε είχαμε μία χούντα, μία δικτατορία, είχαμε το "αποφασίζω και διατάσσω", αλλά αυτό,όπως είπα, -όχι όλους, για να εξηγούμαστε, γιατί γίνεται μια γενίκευση επικίνδυνη- μάς έκανε να συναισθανθούμε το δικό μας χρέος, να βρούμε τρόπους να αντισταθούμε, στο όνομα των προηγούμενων της Ιστορίας αυτού του τόπου, ακόμα και να ξεπλύνουμε αυτή την παθητική στάση που κρατήσαν οι πατεράδες μας, γιατί, χωρίς ρουφιάνους, χωρίς συνεργάτες, δεν μπορούν να διατηρηθούν αυτά τα καθεστώτα, κι ας είναι από πίσω οι αμερικάνοι και όποιος άλλος που τους εξέθρεψε και τους στήριξε, γιατί από τον ελληνικό λαό εξαρτιέται η τύχη αυτής της χώρας.

Μέσα σε αυτό το κλίμα λοιπόν, μη νομίζετε ότι είχαμε μεγάλη γνώση και συναίσθηση, μη νομίζετε ότι ξέραμε τι γινόταν πριν, αναγκαστήκαμε να μάθουμε. Συνδεθήκαμε και με τη γενιά του 114 που έκανε αγώνες μία ολόκληρη δεκαετία και οι πρωτοπόροι εκείνης της γενιάς βρεθήκανε φυλακισμένοι, οργανώσανε αντιστασιακές ομάδες, βάλανε μπόμπες, πετάξανε προκηρύξεις... Εμείς δεν γνωρίζαμε τόσα πολλά, ούτε τους γνωρίζαμε.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία τους γνωρίσαμε και μάλιστα βρεθήκαμε σε ένα κενό. Από το 67 μέχρι το 70, όλες αυτές οι ομάδες, οι οργανώσεις, οι περισσότερες είχαν συλληφθεί και υπήρχε ένα κενό και ενόμιζε η χούντα ότι ξεμπέρδεψε, γιατί είχε συλλάβει και είχε δικάσει αυτά τα παλικάρια, αλλά δε λογάρισε καλά. Το κενό το γεμίσαμε εμείς και μάλιστα- τολμάω να πω- με ένα τρόπο, με μία τακτική, με μία σοφία που δεν ανταποκρίνονταν στην ηλικία μας, γιατί η ανάγκη και η πραγματικότητα μάς οδηγούσε εκεί.
Μέσα στον πανεπιστημαικό χώρο το κλίμα ήταν ζοφερό, βάρβαρο, σκοταδιαστικό. Κατ' αρχήν οι καθηγητές μας ήταν- η πλειοψηφία τους- ξεπουλημένοι. Είδατε εδώ μία σκηνή, πώς τους μιλάει ο Παπαπδόπουλος (σ.σ. ήταν σκηνή από κινηματογραφική μεταφορά των γεγονότων του πολυτεχνείου με αποσπάσματα πραγματικών γεγονότων).
Εκείνο τον καιρό εγώ ήμουν στρατευμένος στην Καλαμάτα και το βλέπαμε στην τηλεόραση. Πώς τους ξεφτέλισε, τους πρυτάνεις- υποτίθεται-.
Ελάχιστοι ήταν οι καθηγητές που βρέθηκαν σε διαθεσιμότητα, ή φυλκίστηκαν ή εξορίστηκαν. Ελάχιστοι. Αυτό μας προβληματίζει και τότε και τώρα, για αυτούς τους ανθρώπους που βολεύονται εύκολα. Που πάνε προς τα εκεί που φυσάει ο άνεμος, για αυτό και εξανεμίζονται, δεν έχουν πρόσωπο, και ντρέπονται εκ των υστέρων και κρύβονται όπως ο Σκευοφύλακας, αυτός που οδηγούσε το τανκς και άλλαξε όνομα, έφτιαξε άλλη εικόνα για τον εαυτό του, για τα παιδιά του, για τη γυναίκα του, για την κοινωνία. "Δεν ήμουν εγώ, ήταν ο ξάδερφός μου, έγινε ένα δυστύχημα αυτοκινητιστικό" και δεν υπάρχω....
Κι από εκεί βγαίνει, ποιος βγαίνει κερδισμένος από αυτά τα πράγματα; Αυτοί πιστεύαν ότι κατατροπώσαν ένα φοιτητικό κίνημα, ενώ εμείς δεν ξέραμε ότι γράφαμε ιστορία. Πραγματικά κάναμε αυτό που πιστεύαμε, με πολλές δυσκολίες και αντιξοότητες και δεν ήταν ρόδινα και μεταξύ μας τα πράγματα.

Από το 69 και μετά ξεκινήσαμε με φοιτητικά αιτήματα, με αιτήματα για την Παιδεία, τις σχολές, το συσσίτιο που τρώγαμε- όπως και τώρα- σκουπίδια. Θυμάστε τον Μπαλόπουλο που ταϊζε τον ελληνικό λαό με σάπια κρέατα και θα σας πω κάτι που συνέβη στη Σχολή μου, την Ανωτάτη Εμπορική, γιατί είχαμε Στρατιωτικούς Επιτρόπους, πέρα από το Σπουδαστικό της Ασφάλειας, που υπήρχε σε όλες τις σχολές και μας παρακολουθούσε, υπήρχαν και απόστρατοι που ήταν διοικητές των σχολών και είχαμε έναν που τον λέγαν Ντούρο. Στρατηγός Ντούρος. Εμείς γελούσαμε και τον λέγαμε και "καραμπουζουκλή". Αυτός έκανε επιθεώρηση, λες και ήμασταν φανταράκια. Και πού έκανε επιθεώρηση; Εμπαινε μερικές φορές και στα αμφιθέατρα. Να δούμε να τρομάξουμε, να δούμε ότι είναι εκεί, παρούσα η χούντα. Και πήγαν στο εστιατόριο και τρώγαμε εκείνη την ημέρα. Και πάει στα παιδιά δίπλα και λέει: "Καλό το φαγητό;". Τα παιδιά τι να πουν; "Καλό". Πήγαινε παραπέρα: "Καλό το φαγητό;" . "Καλό". Τι να πουν τα παιδιά, εντελώς υποκριτικά, (άντε φύγε...).

Και η ομάδα που ξεκίνησε- τουλάχιστον στη σχολή μας- να καταφύγουμε στα Πρωτοδικεία, είχε ξεκινήσει η νομική, 42 υπογραφές μόνο, κι αρχίζουν όλες οι σχολές να μαζεύουν υπογραφές, κάποιοι φοιτητές, μία- δύο παρέες. Γιατί μη νομίζετε, δεν υπήρχαν κόμματα, ούτε η κομμουνιστική αριστερά, η τότε, είχε τη δυνατότητα,μόλις είχαν αρχίσει να φτιάχνονται αντιστασιακές οργανώσεις......"

ΣΗΜ. ΕΠΕΙΔΗ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΟΜΙΛΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΟ, ΠΑΡΑΘΕΤΟΥΜΕ ΑΥΤΌ ΜΟΝΟ ΤΟ ΤΩΡΑ. ΘΕΩΡΕΙΣΤΕ ΤΟ ΩΣ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ. ΘΑ ΔΟΘΕΙ ΟΛΟ, ΓΙΑΤΙ ΤΕΤΟΙΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ, ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΝΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΚΑΤΑΓΕΓΡΑΜΜΕΝΕΣ. ΑΝ ΔΕΝ ΚΑΝΩ ΛΑΘΟΣ ΗΜΟΥΝ Ο ΜΟΝΟΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ ΠΟΥ ΕΓΡΑΨΕ ΟΛΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΘΕΛΩ ΝΑ ΤΟ ΔΩΣΩ ΟΛΟ ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΟΤΗΤΑ. ΑΞΙΖΕΙ.
Τέλος, θυμίζω ότι είναι η πρώτη φορά, μετά από πολλά χρόνια, που μίλησε ο κ. Παπαχρήστος στην Κέρκυρα και μάλιστα σε 6 σχολεία του νομού, εκτός από αυτή την ομιλία που έγινε στο Εργατικό Κέντρο.
(Ισως να έχει μιλήσει μία φορά στη δεκαετία του 80. Δεν το λέω με σιγουριά, όμως.).