Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2008

Επερώτηση της ΚΟ του ΚΚΕ για την αγροτική πολιτική

Επερώτηση για την Αγροτική Πολιτική της κυβέρνησης κατέθεσε η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ, με επικεφαλής τη Γραμματέα του κόμματος κ. Αλέκα Παπαρήγα. στο κείμενο της επερώτησης αναφέρονται τα εξής:

Η αντιαγροτική πολιτική της κυβέρνησης που βασίζεται στον ΠΟΕ και την ενδιάμεση αναθεώρησης της ΚΑΠ, που ξεκίνησε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και ολο­κλήρωσε η κυβέρνηση της ΝΔ, επιταχύνει την αρνητική πορεία της αγροτικής οικο­νο­μίας με οδυνηρές συνέπειες στους μικρομεσαίους αγρότες, στη διατροφική εξάρτηση του λαού μας, αλλά εξασφαλίζει προκλητικά κέρδη στους εμποροβιο­μή­­χανους.
Η αγροτική παραγωγή συρρικνώνεται με γρήγορους ρυθμούς, με αποτέλεσμα το ποσοστό του Αγροτικού Προϊόντος στο συνολικό ΑΕΠ της χώρας να μειωθεί από 5,74% το 2000 στο 3% το 2007 και το έλλειμμα στο αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο από 1,029 δις ευρώ να φτάσει στα 2,998 δις ευρώ. Βασικές καλλιέργειες όπως ο καπνός, τα τεύτλα, το βαμβάκι, η σταφίδα κ.ά. αποδεκατίστηκαν ή μειώθηκαν σημαντικά με αποτέλεσμα να κλείσουν σημαντικά εργοστάσια και να αυξηθεί η ανεργία στην ύπαιθρο.
Οι εναλλακτικές προτάσεις της κυβέρνησης για βιοκαύσιμα, αγριοαγγινάρες, τρούφες και άλλες εξωτικές καλλιέργειες αποδείχνονται το ίδιο αποπροσανατο­λιστικές και ανεφάρμοστες με παρόμοιες παλαιότερες προτάσεις του ΠΑΣΟΚ για βατόμουρα, αγροτουρισμό κ.ά.
Η χώρα μας κατακλύζεται από εισαγόμενα αγροτικά προϊόντα ακόμα και σε αυτά που είναι πλεονασματική όπως σιτηρά, λάδι, πατάτες, αμνοερίφια κ.ά., με αποτέλεσμα τα ελληνικά να σαπίζουν στα χωράφια ή στις αποθήκες των αγροτών και των συνεταιρισμών και όταν πωλούνται οι τιμές να είναι εξευτελιστικές.
Το αγροτικό εισόδημα εξανεμίζεται από την συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής, την κατακόρυφη αύξηση του κόστους παραγωγής, τις εξευτελιστικές τιμές των αγροτικών προϊόντων και τον αποδεκατισμό των επιδοτήσεων.
Στην περίοδο 2004-2007 το κόστος παραγωγής αυξήθηκε κατά 22,9% ενώ οι τιμές των αγροτικών προϊόντων μόνο κατά 14,8%. Το άνοιγμα της ψαλίδας ανάμεσα στις τιμές των αγροτικών εφοδίων και τις τιμές των αγροτικών προϊόντων είναι ιδιαίτερα μεγάλο τη φετινή χρονιά, επειδή οι τιμές των βασικότερων αγροτικών εφοδίων όπως των λιπασμάτων υπερδιπλασιάστηκαν, ενώ οι τιμές σε όλα τα αγροτικά προϊόντα όπως σιτηρά, καλαμπόκι, βαμβάκι, λάδι, βιομηχανικά ροδάκινα είναι μικρότερες από τις περσινές και στα περισσότερα προϊόντα δεν καλύπτουν ούτε το κόστος παραγωγής. Οι επιδοτήσεις των αγροτικών προϊόντων αποδεκατίζονται χρόνο με το χρόνο από τον πληθωρισμό επειδή και με την ψήφο των ελληνικών κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ πάγωσαν στα επίπεδα του μέσου όρου της τριετίας του 2000-02, αλλά και από τις παράνομες και «νόμιμες» παρακρατήσεις. Ο αποδεκατισμός των επιδοτήσεων διαψεύδει στην πράξη τους ισχυρισμούς των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ ότι με την ενδιάμεση αναθεώρηση της ΚΑΠ διασφάλισαν το εισόδημα των αγροτών που προέρχεται από τις επιδοτήσεις μέχρι το 2013.


Η αγροτική απασχόληση μειώνεται με ρυθμούς που ξεπερνούν τις 20.000 θέσεις εργασίας το χρόνο και αν σε αυτές προστεθούν οι άνεργοι των γεωργικών βιομηχανιών που κλείνουν, η ανεργία στην ύπαιθρο έχει προσλάβει εκρηκτικές διαστάσεις.
Οι δημόσιες επενδύσεις στην αγροτική οικονομία κινούνται σε πολύ χαμηλά επίπεδα με αποτέλεσμα η «αποεπένδυση» που τρέχει με ετήσιο ρυθμό 2,5% να αυξάνει το κόστος παραγωγής, να μειώνει την παραγωγικότητα της να υπονομεύει το μέλλον της και συνηθισμένα καιρικά φαινόμενα να προκαλούν δυσανάλογες αρνητικές επιπτώσεις.
Η ασυδοσία και η επιθετικότητα των εμποροβιομηχάνων με την στήριξη των ελληνικών κυβερνήσεων έχει προσλάβει προκλητικές διαστάσεις. Τα κέρδη των βιομηχανιών τροφίμων το πρώτο τρίμηνο του 2008 αυξήθηκαν κατά 278,3% σε σχέση με το πρώτο τρίμηνο του 2007. Η κατάσταση έχει γυρίσει μισό αιώνα πίσω με αποτέλεσμα οι αγρότες να παραδίνουν την παραγωγή τους στους εμποροβιομή­χανους και να μην ξέρουν πότε θα πληρωθούν αλλά ούτε και την τιμή πώλησης. Ξεκίνησε η σπορά των σιτηρών και ακόμα δεν έχουν πληρωθεί οι σιτοπαραγωγοί για την περσινή τους παραγωγή.
Η επιθετικότητά τους αυτή ενισχύεται από την περιθωριοποίηση των συνεταιρισμών και το ξεπούλημα στο ιδιωτικό κεφάλαιο που έκαναν οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ αλλά και από τα κίνητρα που έδωσαν στους εμποροβιομή­­χανους για εξαγορές, συγχωνεύσεις και εκσυγχρονισμό των βιομηχανιών τους με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν τα γνωστά καρτέλ.
Αποτελεί πρόκληση για τους μικρομεσαίους κτηνοτρόφους της χώρας μας το ξεπούλημα της συνεταιριστικής ΡΟΔΟΠΗΣ, που έκανε η κυβέρνηση της ΝΔ σε μια περίοδο που οργιάζει το καρτέλ γάλακτος. Την ίδια πρόκληση αποτελούσε και το ξεπούλημα της συνεταιριστικής ΑΓΝΟ και ΟΛΥΜΠΟΣ που έκανε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με αποτέλεσμα να κυριαρχήσουν οι ιδιωτικές γαλακτοβιομηχανίες στον κλάδο σε βάρος των κτηνοτρόφων, των συνεταιρισμών και των καταναλωτών.
Οι αγροτικές συντάξεις παραμένουν επιδόματα ελεημοσύνης και αποτελούν εμπαιγμό οι εξαγγελίες της κυβέρνησης για αύξηση 35 ευρώ/χρόνο τα δύο επόμενα χρόνια για να φθάσει η κατώτερη σύνταξη του ΟΓΑ τα 400 ευρώ/μήνα το 2010. Με την ακρίβεια που καλπάζει και τις ιδιωτικοποιήσεις που προωθούνται και στο σύστημα της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης οι αγροτικές συντάξεις δεν φθάνουν ούτε για τα προσωπικά έξοδα των ξωμάχων.
Οι αποζημιώσεις του ΕΛΓΑ είναι πολύ μικρότερες από τις πραγματικές ζημιές ειδικά αυτές που αφορούν στο αγροτικό κεφάλαιο ενώ τα δυσθεώρητα χρέη του ΕΛΓΑ που ξεπερνούν τα 3 δις ευρώ υπονομεύουν το μέλλον του.
Τα κοινοτικά κονδύλια των επιδοτήσεων και του ΕΣΠΑΑ (Δ' ΚΠΣ) που επικαλείται η κυβέρνηση της ΝΔ για να εξωραΐσει την αντιαγροτική της πολιτική, να δημιουργήσει αυταπάτες και να αποπροσανατολίσει τους μικρομεσαίους αγρότες, όχι μόνο δεν θα ανακόψουν αλλά θα επιταχύνουν την αρνητική πορεία της οικονομίας σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων και το ξεκλήρισμα των μικρομεσαίων αγροτών. Τα ίδια έλεγαν οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ για τα προηγούμενα ΚΠΣ αλλά ο κατήφορος της αγροτικής οικονομίας συνεχίστηκε ανεξάρτητα ποιο κόμμα του δικομματισμού ήταν στην κυβέρνηση.
Στόχος, αυτών των κονδυλίων, όπως άλλωστε ομολογείται σε σχετικές κυβερνητικές εκθέσεις είναι η εφαρμογή της νέας ΚΑΠ που προέκυψε από την ενδιάμεση αναθεώρηση, αλλά και αυτής που θα προκύψει από τη νέα αναθεώρηση με αφορμή το λεγόμενο έλεγχο υγείας.
Τα ποσά των επιδοτήσεων στην περίοδο 2007-2013 θα παραμείνουν καθη­λωμένα στο μέσο όρο της τριετίας 2000-02 με αποτέλεσμα να αποδεκατίζονται από τον πληθωρισμό που τρέχει με ετήσιους ρυθμούς μεγαλύτερους του 4,0%.
Σημαντικά ποσά των κονδυλίων του Δ' ΚΠΣ όπως των πρόωρων συντάξεων, των διαλύσεων αλιευτικών σκαφών κ.ά. έχουν στόχο να συγκεντρώσουν την παραγωγή σε λιγότερα χέρια. Άλλα κονδύλια όπως τα αγροτοπεριβαλλοντικά της «διαφοροποίησης» κ.ά. αποσκοπούν στην συγκάλυψη της συρρίκνωσης της αγροτικής παραγωγής που προκαλεί η νέα ΚΑΠ. Οι προϋποθέσεις όσων κονδυλίων έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα όπως το πρόγραμμά νέων αγροτών, των σχεδίων βελτίωσης, κ.ά. αποκλείουν τους μικρομεσαίους αγρότες και εργατοαγρότες, ενώ το πρόγραμμα ίδρυσης και εκσυγχρονισμού μεταποιητικών βιομηχανιών έχει ως κύριους αποδέκτες το ιδιωτικό κεφάλαιο με αποτέλεσμα να ενισχύεται η κυριαρχία του σε βάρος των αγροτών, των συνεταιρισμών και των καταναλωτών.
Η στροφή στην ποιοτική γεωργία που προτείνουν από κοινού Ε.Ε., ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και τα κόμματα του ευρωμονόδρομου, που η ΝΔ την ονομάζει «Άλλη γεωργία» και το ΠΑΣΟΚ «πράσινη γεωργία» είναι υποκριτική, ασύμφορη και αποπροσανατολιστική γι' αυτό δεν αποτελεί εναλλακτική λύση.
Είναι υποκριτική επειδή διαψεύδεται από τα αλλεπάλληλα διατροφικά σκάνδαλα, αλλά και από το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ υπερψήφισαν την χρησιμοποίηση των μεταλλαγμένων η κατανάλωση των οποίων αυξάνεται με γρήγορους ρυθμούς και θα αυξηθεί ακόμα περισσότερο όταν καλλιεργηθούν και στη χώρα μας.
Είναι ασύμφορη για τους μικρομεσαίους αγρότες και το λαό μας επειδή δεν μπορεί η κυβέρνηση να προωθεί την συρρίκνωση της αγροτικής παραγωγής σε μια χώρα με τεράστια διατροφική εξάρτηση και ελλείμματα στο εμπορικό ισοζύγιο και να προσπαθεί να συγκαλύψει την πολιτική αυτή με το ψευδοδίλλημα ποσότητα ή ποιότητα. Είναι και αποπροσανατολιστική επειδή η ποιότητα της αγροτικής παραγωγής δεν είναι ασύμβατη με την ποσότητα αλλά έχει στόχο να φορτώσει τις ευθύνες για τις συνέπειες της αντιαγροτικής πολιτικής της ΕΕ και των ελληνικών κυβερνήσεων στους ίδιους τους αγρότες, που δεν παράγουν τάχα ποιοτικά προϊόντα και δεν μπορούν να τα πουλήσουν σε καλές τιμές για να εξασφαλίσουν ικανοποιητικό εισόδημα.
Η κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά ότι η αντιαγροτική της πολιτική προκαλεί μεγάλη δυσαρέσκεια και αγανάκτηση σε όλους τους μικρομεσαίους αγρότες, που προσπαθεί να την εκτονώσει με κάθε μέσο και τρόπο. Σταθερούς συμμάχους σ' αυτή την προσπάθεια έχει τις ηγεσίες της ΣΥΔΑΣΕ-ΠΑΣΕΓΕΣ-ΓΕΣΑΣΕ που χειροκρότησαν τους νέους κανονισμούς για το κρασί και το βαμβάκι, καλλιεργούν τη μοιρολατρία με τη θεωρεία του μονόδρομου και προσπαθούν να αποπροσανατολίσουν τους μικρομεσαίους αγρότες με τις παραπομπές των προβλημάτων τους στην επιτροπή ανταγωνισμού. Τον ίδιο ρόλο παίζουν και οι αγροτοσυνδικαλιστές της ΝΔ που συμφωνούν με την αντιαγροτική πολιτική της ΕΕ και των ελληνικών κυβερνήσεων αλλά «αγωνιστικά» διεκδικούν οι αρνητικές συνέπειες αυτής της πολιτικής να φορτωθούν στο σύνολο τους, στους μικρομεσαίους αγρότες για να βγουν ενισχυμένοι οι μεγαλοαγρότες.
Τη δυσαρέσκεια των αγροτών προσπαθεί να εκμεταλλευτεί και το ΠΑΣΟΚ που έχει μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την εξαθλίωση τους. Το ΠΑΣΟΚ είναι συνυπεύθυνο για τις χαμηλές τιμές των δημητριακών γιατί το 2003 ψήφισε τον κανονισμό για τα δημητριακά που ισχύει μέχρι το 2013 και προβλέπει τιμή παρέμβασης 10 λεπτα/κιλό. Ψήφισε τη νέα ΚΑΠ, που εκφύλισε και κατάργησε τους μηχανισμούς παρέμβασης σε όλα τα αγροτικά προϊόντα, αποσύνδεσε τις επιδοτήσεις από την παραγωγή και τις πάγωσε μέχρι το 2013 στο μέσο όρο της τριετίας 2000-02 με αποτέλεσμα να αποδεκατισθούν από τον πληθωρισμό.
Το ΚΚΕ διαφωνεί ριζικά με τον ΠΟΕ, την ΚΑΠ και την αντιαγροτική πολιτική της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.
Στηρίζει τους αγώνες και τα αιτήματα της μικρομεσαίας αγροτιάς για:
· Θεσμοθέτηση κατώτερων εγγυημένων τιμών και επιδοτήσεων σε όλα τα αγροτο­κτη­νοτροφικά προϊόντα που θα ανταποκρίνονται στο κόστος παραγω­γής και θα εξασφαλίζουν βιώσιμο αγροτικό εισόδημα.
· Ουσιαστική μείωση του κόστους παραγωγής με εκτέλεση από το κράτος των ανα­γκαίων αγροτικών έργων υποδομής, με κατάργηση του ΦΠΑ στα αγροτικά εφό­δια και μηχανήματα, με αφορολόγητο πετρέλαιο και χαμηλά επιτόκια της ΑΤΕ.
· Προστασίας της εγχώριας παραγωγής από αθρόες εισαγωγές και παράνομες ελληνοποιήσεις.
· Εκδημοκρατισμό και στήριξη των αγροτικών συνεταιρισμών για να παίζουν ουσιαστικό ρόλο στη μεταποίηση και εμπορία των αγροτικών προϊόντων.
· Σταμάτημα του ξεπουλήματος των συνεταιριστικών εταιρειών της ΑΤΕ στο ιδιωτικό κεφάλαιο.
· Αλλαγή του προσανατολισμού και κριτηρίων ένταξης στα κοινοτικά προγράμ­ματα, για να έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα και να εντάσσονται οι μικρομε­σαίοι αγρότες και οι εργατοαγρότες που το εξωγεωργικό τους εισόδημα είναι μικρότερο των 15.000 ευρώ.
· Αλλαγή του κανονισμού του ΕΛΓΑ και χρηματοδότησή του από το κράτος, για να υπάρχει πλήρη αποζημίωση της αγροτικής παραγωγής και του κεφαλαίου από όλους τους φυσικούς κινδύνους.
· Άμεσο διπλασιασμό των αγροτικών συντάξεων και μείωση των ορίων συνταξιοδότησης στα 60 για τους άνδρες και στα 55 για τις γυναίκες.
· Κατάργηση της εισφοράς για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και της συμμετο­χής στα φάρμακα.
Οι μικρομεσαίοι αγρότες αξιοποιώντας την πολύχρονη πείρα τους μπορούν με τους αγώνες τους να ανατρέψουν την πολιτική που τους ξεκληρίζει. Για να έχουν όμως οι αγώνες τους ουσιαστικά αποτελέσματα πρέπει να γυρίσουν οριστικά την πλάτη στον δικομματισμό, που είναι υπεύθυνος για την εξαθλίωσή τους. Να απαγκιστρωθούν από τη ΝΔ και να ξεσκεπάσουν τη δημα­γω­γία του ΠΑΣΟΚ. Να αντισταθούν στα κόμματα του ευρωμονόδρομου που προσπα­θούν να καλλιεργήσουν νέες αυταπάτες και μοιρολατρία στους μικρομε­σαίους αγρότες ότι η ΚΑΠ είναι μονόδρομος και μπορεί να γίνει φιλοαγροτική αν αλλάξει ο διαχειριστής.
Συσπειρωμένοι μέσα από τους συλλόγους τους, τις ομοσπονδίες τους και την ΠΑΣΥ αγωνιστικά μπορούν να διεκδικήσουν λύσεις στα άμεσα και οξυμμένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν αλλά και ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας που θα αξιοποιεί όλες τις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας, θα ανταποκρίνε­ται στις σύγχρονες διατροφικές ανάγκες που λαού μας, θα σέβεται το περιβάλλον και τη δημόσια υγεία και θα στηρίζεται στους παραγωγικούς συνεταιρισμούς των μικρομεσαίων αγροτών.
Αυτή η πολιτική όμως συγκρούεται με την ΚΑΠ, τον ΠΟΕ και την αντιαγροτική πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων που υπηρετούν τας συμφέροντα των μεγαλοαγροτών και των εμποροβιομηχάνων.


ΕΠΕΡΩΤΑΤΑΙ η κυβέρνηση της ΝΔ για την αντιαγροτική της πολιτική που οδηγεί στο ξεκλήρισμα τους μικρομεσαίους αγρότες, συρρικνώνει την αγροτική παραγωγή και την συγκεντρώνει σε λιγότερα χέρια, αυξάνει τη διατροφική εξάρτηση του λαού μας και τα κέρδη των εμποροβιομηχάνων και οδηγεί στον οικονομικό και κοινωνικό μαρασμό την ύπαιθρο.